Αυτή η λέξη η τόση δα, στα λιγοστά της γράμματα κρύβει την δύναμη ενός ολόκληρου λαού. Γεννά την εξέγερση, την ανυπακοή και την ελευθερία. Κι όμως, έχει λοιδορηθεί μέχρι αηδίας από τους εθελόδουλους οσφυοκάμπτες. Γιορτάζεται με σηκωμένες γροθιές, που δεν χαιρετάνε πια τον ουρανό, παρά τιμούν εξέδρες, ασφυκτικά γεμάτες με γραβάτες και γυαλιστερά κοσμήματα.
Αυτή η λέξη, χαρακτηρίζεται ως γραφική από όσους δεν έχουν πια το σθένος να την πούνε. Βγαίνουν και διαλαλούν πως δεν μπορεί κανείς να την λέει συνέχεια, γιατί εκείνοι δεν μπορούν πια ούτε να την αρθρώσουν. Μόνο, καμιά φορά, όταν βρεθούν μπροστά σε ανθρώπους μικρούς κι αδύναμους, τότε την φουσκώνουν και την φωνάζουν, για να ακούσει ολόκληρη η κοινωνία, πως επιτέλους ύψωσαν ανάστημα.
Αυτή την λέξη, όσοι αντέχουμε ακόμη, πρέπει να την υψώσουμε τοίχος θεόρατο μπρος στην καταστροφή. Μπρος στην εκπόρνευση των παιδιών μας, μπρος στο ξεπούλημα της γης μας, μπρος στην μετατροπή ετούτου εδώ του τόπου ολόκληρου, σε rooms και σε hotels.
Σε όσους πουλούν τις παραλίες μας, σε όσους γκρεμίζουν τα μνημεία μας, σε όσους βρωμίζουν τα νερά μας και ρημάζουν τα χωράφια μας. Σε όσους χλευάζουνε εμάς που αναζητούμε άλλες λύσεις. Σε όσους μας λένε πως θα φέρουν χρήματα απ’ τας Ευρώπας για να ξαναφτιαχτεί ότι χαλάσανε. Σε όσους μιλούν για περιβάλλον και για φύση μα σχεδιάζουν business οικολογικές.
Αυτή την λέξη, όσοι αντέχουμε, πρέπει να την φωνάξουμε οι ίδιοι, πριν να είναι αργά.
Για να γυρίσουν μια μέρα οι επόμενοι και να πουν ΝΑΙ, ετούτοι εδώ οι άνθρωποι αντιστάθηκαν.