Ο ιστότοπος Ξάνεμο μετά από πολλές προφορικές και γραπτές
αιτήσεις πολλών αναγνωστών του, δημοσιεύει σήμερα «την διαθήκη των κτητόρων» του ΠΙΙΕΤ.
Είναι το πρώτο καταστατικό που συντάχθηκε για την διοίκηση
του Ιερού Ιδρύματος στις 2 Ιανουαρίου
του 1825, αλλά και την προσθήκη σε αυτό στις
3 Ιανουαρίου του 1829. Πηγή μας η Τηνιακή εφημερίδα «ΠΡΟΟΔΟΣ» με διευθυντή και
συντάκτη τον Γ.Ι.Κρικελλή. Η δημοσίευση έγινε σε δύο συνέχειες και συγκεκριμένα
στο φύλλο 166 στις 5 Μαΐου του 1901 και στο φύλλο 167 της 12ηςΜαίου
του ίδιου χρόνου.
Το ιστορικό αυτό έγγραφο, μας πληροφορεί η «ΠΡΟΟΔΟΣ», βρίσκετε στην β΄ σελίδα του Α΄ βιβλίου της τότε
διαχείρισης του Ιερού ιδρύματος της Ευαγγελίστριας
και είναι γραμμένο κατά το ήμισυ από τον τότε αρχιεπίσκοπο Γαβριήλ και το
υπόλοιπο από τον εκ των πρώτων επιτρόπων Σταματέλο Καγκάδη.
ΕΙΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, ΑΜΗΝ! ΕΝΟΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΥ ΘΕΟΥ
Ἡμεῖς οἱ Ἐπίτροποι ὅπου εἰς τρείς
παρελθόντας χρόνους παρεστάθημεν καί παραστεκόμεθα εἰς τοῦτο τό κτίριον τῆς
νεοκτισθείσης ἐκκλησίας ἐπ’ ὀνόματι «Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου» μέ τήν βοήθειαν
τῶν Χριστιανῶν, ὅπου ἡ χάρις τῆς Κυρίας Θεοτόκου διά τῶν ἀπείρων θαυμάτων Της
εφώτισε καί φωτίζει καί ἔγινεν ὁ οἶκος Της καί ὅλα αὐτά τά μεγαλοπρεπῆ κτίρια, ὑποσχόμεθα,
ὁρκίζοντες καί τους καιρόν ἐπιστατήσαντες εἰς τήν αὐτήν Ἐκκλησίαν ἐπιτρόπους,
νά φυλάττωμεν καί νά φυλάττωνται εἰς αἰῶνα τον ἅπαντα ἄθικτα τα παρόντα
κεφάλαια.
Α΄). Ἤ
κτίριον, ἤ κατασκευή, ἤ καλλωπισμός τῆς Εκκλησίας, ἤ ἀγορά ὀσπιτίων, ἤ
χωραφίων, ἐν γένει πᾶν ὅ τι ἤθελεν ἀκολουθήση δια να γίνη ἤ να ἀγορασθῆ ἀπό τήν
Ἐκκλησίαν, νά μήν ἠμπορῆ νά γίνεναι, ἄν
δέν ἦναι καί οἱ τέσσαρες ἐπίτροποι σύμφωνοι διά νά γίνηται ἀκριβής σκέψις· καί ὅταν
εἶναι σύμφωνοι οἱ τρεῖς ἤ οἰ τέσσαρες, τότε νά γίνηται, πλήν νά ἦναι
ειδοποημένος καί ὁ τέταρτος.
Β΄). Κάθε Κυριακήν μετά τήν λειτουργίαν
χρέος ἀπαραίτητον νά ἦναι εἰς ἡμάς νά πηγαίνωμεν εἰς τό ἐπιτροπικόν, καί ἐκεί
νά σκεπτώμεθα τί πρέπει νά γίνηται, ἤ κτίριον δηλαδή ἤ ἄλλο τι εἰς ἐκείνην τήν ἑβδομάδα,
καί ἐκείνο ὅπου ἤθελε κριθῆ εὔλογον, σύμφωνοι και οἱ τέσσαρες ἤ οἱ τρεῖς, ἀπόντος
τοῦ ἑνός, νά παραγγέλωμεν ὅπου νά γίνηται καί νά τελειώνη, διά νά μήν άκολουθοῦν
ἀναμεταξύ μας ἔριδες καί ζημίαι τῆς Ἐκκλησίας.
Γ΄). Ἐπειδή καί ἡ Ἐκκλησία ἐδέχθη τό βάρος
τοῦ διδασκάλου καί ὑποδιδασκάλου τῆς ἑλληνικῆς σχολῆς, μέ ἕξοδα τῆς ὁποίας ἐκτίσθησαν
καί αἱ παραδόσεις τῆς αὐτῆς σχολῆς, ἀπεφασίσθη ὁ μισθός τῶν διδασκάλων νά
πληρώνηται ἀπό τό παγκάρι τῆς Ἐκκλησίας, νά ἦναι ὅμως χρέος τῶν ἐπιτρόπων νά ζητοῦν ἕνα
μέτριον μηνιαῖον μισθόν ἀναλόγως καί ἀπό τούς εὐκατάστατους γονεῖς τῶν παίδων,
διά νά βοηθῆται ἡ Ἐκκλησία εἰς τούς μισθούς τῶν κατά καιρούς διδασκάλων, διά νά
μήν ἐπιφορτίζηται μόνη ἡ Ἐκκλησία. Ἐαν
δέ οἱ γονεῖς τῶν παιδίων ἤθελαν δυστροπήσουν, νά ἀποβάλληται ὁ εἰς τῶν
διδασκάλων καί νά κρατοῦν οἱ ἐπίτροποι τόν ἕτερον, διά νά διαβάζη μόνον τά
πτωχά καί ὀρφανά παιδιά καί ἐκεῖνα ὅπου δέν ἔχουν τόν τρόπον νά πληρώνουν οί
γονεῖς των, ἐπειδή καί οὕτω ἔγινεν ἡ ὁμιλία κατέμπροσθεν τοῦ ἡμετέρου Ἀρχιερέως,
καί τοῦ ἐφόρου τῆς παιδείας κυρίου Γ. Κωνσταντά, ἐπίτηδες διορισμένου παρά τῆς
Σεβαστῆς Διοικήσεως πρός σύστασιν καί ἀποκατάστασιν τῶν σχολείων τοῦ Αἰγαίου
πελάγους, καί μέ τοιαύτην συμφωνίαν τούς ἐδέχθημεν καί ἡμεῖς.
Δ΄). Οἱ κατά καιρόν διδάσκαλοι νά μήν ἀνακατώνωνται
διόλου εἰς τάς ὑποθέσεις τῆς ἐκκλησίας, ἀλλά να φυλάττουν τό διδασκαλικόν χρέος
εἰς τό νά παραδίδουν τά μαθήματα ἐπιμελῶς, μέ θεοσέβειαν καί χρηστοήθειαν εἰς
τούς μαθητάς. Καί εἰς κάθε τέσσαρας μῆνας οἰ ἐπίτροποι φέροντες ἄνδρας προκομμένους,
νά κάμνουν ἐξέτασιν ἀκριβῆ τῆς προκοπῆς τῶν μαθητῶν· καί ἄν οἱ διδάσκαλοι ἀμελοῦν
τά χρέη τους, τότε οί Ἐπίτροποι ἐκ συμφώνου νά τούς ἀποβάλλουν καί να φέρουν ἄλλους ἀντ΄αύτῶν.
Ε΄). Οἱ ἐφημέριοι, οἱ διάκονοι, οἱ ψάλται οἱ
κανδηλανάπται, οἱ καλανάρχοι νά ἐκτελοῦν τά χρέη τους καί νά μήν ἀνακατώνωνται διόλου εἰς τάς ὑποθέσεις τῆς
Ἐκκλησίας, ἀλλά νά ὑποτάττωνται εἰς έκείνα ὅπου τοὐς διορίζουν οἱ επίτροποι,
και εκ συμφώνου νά ἧναι εἰς τήν Ἐκκλησίαν, καί νά ἀλάττωνται πάλιν ἐκ συμφώνου,
καί νά εὑρίσκουν ἄλλους διά νά μή διαμένουν πολύν καιρόν.
ς΄). Ὅσοι
προσκυνηταί ἔρχονται χάριν εὐλαβείας, ἐαν ἦναι ὀντάδες εὔκαιροι νἀ τούς
δίδωνται διά νά κάθηνται, πλήν μέ τοιαύτην συμφωνίαν, νἀ μήν καθίζουν ὑπέρ τάς
10 ἡμέρας, διότι τυχόν νά ἔλθωσι καί ἄλλοι καί ἑπομένως νά ἀκολουθήση ἔλλειψις ὀντάδων.
Ἐάν δἐ ἔχουν τάξειμον διά νά καθήσουν περισσότερον, τότε ἄς προμηθεύωνται
κατοικίας τῆς χώρας. Ἐάν δε ήνε άσθενεῖς καί κλινήρεις, να κάθηνται ἕνα ὁλοκληρον
μῆνα ἤ και τεσσαράκοντα ἡμέρας, καί τοῦτο διά νά ἔρχωνται καί ἄλλοι.
Ζ΄). Ἐαν διδάσκαλος τις, ἤ ἐφημέριος, ἤ
ψάλτης, ἤ διάκων, ἤ κανδυλανάπτης δέν φυλἀττει
τό χρέος του, ἤ γίνεται κανείς κρυφίος σφετερισμός, ἤ ἄλλο τι ἀποβλέπον
πρός ζημίαν ἤ κατηγορίαν τῆς Ἐκκλησίας, ταῦτα πάντα γενόμενα γνωστά τοῖς ἐπιτρόποις,
νά συνέρχωνται εἰς ἕν καί νά τούς ἀλλάζουν, ἀποκαθιστῶντες ἀντ’αὐτῶν ἄλλους ἀξιωτέρους,
διά τήν καλήν εὐταξίαν και ἡσυχίαν τῆς Ἐκκλησίας.
Η΄). Ἐπειδή καί ἡμείς θείω ζήλω κινούμενοι,
καί διά ψυχικήν μας σωτηρίαν ἐλάβομεν τό βάρος πρίν νά ἀρχίση ἡ παροῦσα οἰκοδομή
τοῦ οἴκου τῆς Κυρίας Θεοτόκου διά νά ἐπιστατήσωμεν, παρευρεθείς τότε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Κύριος Γαβριήλ ἐφιλήσαμεν τήν χεῖρά του, καί οὕτω ἀρχίσαμεν τό κτίριον. Θέλωμεν
ἐπιστατήσει δέ, ἐν ὅσω εἶναι τό θέλημα τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Ἐάν δέ μετά καιρόν, ἤθελεν ἀποβιώσει τίς ἐξ ἡμῶν,
οἱ ἐπίλοιποι νά ἐκλέγωμεν δύο ἤ τρεῖς θεοσεβείς καί εὐσυνειδήτους ἄνδρας, νά
βάλλωμεν κλήρους, και εἰς ὅποιον πέσει νά καθιστῶμεν εἰς τόν τόπον τοῦ ἐλλείποντος,
καθώς ἔχομεν τήν ἰδίαν τάξιν καί εἰς τούς ἱερεῖς καί ούδείς ἐξ ἡμῶν οὔτε ἀπό
τούς διαδόχους μας νά μήν ἠμπορῆ νά ζητῆ οὔτε νά ἔχη κανένα δικαίωμα ἰδιοκτησίας
εἰς τά κτήματα καί κειμήλια τῆς Ἐκκλησίας.
Ταῦτα πάντα συσκεφθέντες ἀκριβῶς καί εὐσυνειδήτως,
ἀποφασίζομεν καί θέλομεν νά διαμένουν τόσον είς ἡμᾶς καθώς καί εἰς τούς
διαδόχους μας στερεά καί ἀπαρασάλευτα εἰς αἰῶνα τόν ἄπαντα. Καί ἐάν τις ἀπὀ ἡμᾶς
ἤ ἀπό τούς κατά καιρόν διαδόχους μας ἤ ἀμέσως ἤ ἐμμέσως χωρίς τήν γνώμην τῶν ἐπιλοίπων
καί χωρίς ἀνάγκην τῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας ἤθελε
σφετερισθῆ κτῆμά τι αὐτῆς, νά ἔχη νά ἀποδώση λόγον εἰς τήν Κυρίαν Θεοτόκον ἐν τῆ
ἡμέρα τῆς κρίσεως».
Τῆνος 2 Ἰανουαρίου 1825
ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΣ ΚΑΓΚΑΔΗΣ Ἐπίτροπος
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΕΡΙΔΗΣ Ἐπίτροπος
Αμέσως
κάτω από ίδιο κείμενο-καταστατικό υπάρχει καταχωρημένη προσθήκη του έτους 1829,
που είναι η ακόλουθη:
«Ἐπειδή
σημειώνομεν τά ὅσα χρέη ἔχωμεν νά πράξωμεν καί νά ἐξακολουθῶμεν ὡς Ἐπίτροποι ὅπου
εὑρέθημεν εἰς τήν νεοκτησθεῖσαν Ἐκκλησίαν τῆς Κυρίας Θεοτόκου Εὐαγγελιστρίας ἐν
ὁμονοία καί ἀγάπη καθώς καί εἶναι ἔργον θεάρεστον νά τρέχει ἀναμεταξύ μας.
α΄).
Εἶναι ἀνάγκη νά ἦναι ἕνας Κασιέρης, τοῦ ὁποίου
τά χρέη θέλει εἶναι τά κάτωθεν, δηλαδή·
β΄).
Ὁ αὐτός πρέπει νά ἔχει τήν φροντίδα, ὅπου ὅσα ἄσπρα συνάζωνται ἀπό το κουτί τοῦ
κηροῦ καί ὅσα ἄλλα ἐμβαίνουν τυχηρά τῆς Ἐκκλησίας, νά τά καταγράφη καί ὁποίαν δόσιν
θέλει κάμει, νά ἦναι χρέος του νά εἰδοποιῆ τούς ἄλλους Ἐπιτρόπους, ἐκτός τά
νόμιμα χρέη, δηλαδή νόθων, διδασκάλων, ψαλτάδων, καί χρέη νόμιμα καί γνωστά εἰς
τούς Ἐπιτρόπους. Πρός τούτοις εἶναι χρέος του, αὐτάς τάς δόσεις νά τάς ἀπερνᾶ εἰς
χρέος τῆς Ἐκκλησίας.
γ’).
Δέν ἠμπορεί νά γίνηται οὔτε οἰκοδομή, οὔτε ἀλλαγή ἱερέων, ψαλτάδων, διδασκάλων
και ἄλλων Ὑπουργῶν τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς τήν συνένεσιν τῶν ἄλλων Ἐπιτρόπων·
δ΄).
Ὁ κάθε Ἐπίτροπος ὅπου ἤθελε λάβει εἰς χεῖράς του γρόσια ἤ ἀφιερώματα τῆς Ἐκκλησίας,
νά ἔχη χρέος νά τά δίδη τοῦ Κασιέρη καί νά τά καταγράφη.
ε΄).
Ἐπειδή καθ’ ἕνας τῶν Ἐπιτρόπων θέλει εἶναι Κασιέρης, ἀπό τούς ἄλλους τρεῖς νά ἦναι
εἰς χρέος ὁ καθ’εἷς κάθε ἑβδομάδα, νά λαμβάνη τό βάρος νά παρευρίσκητε εἰς τήν Ἐκκλησίαν
καί νά ἐπιστατῆ, καί ὅτι συνάξει ὡς ἀνωτέρω,
νά τό δίδη τοῦ Κασιέρη.
Ταῦτα
ἐγραφησαν παρ’ἡμών εἰς τόν Κώδικα τῆς Ἐκκλησίας, τά ὁποία ὑποσχόμεθα νά τά διαφυλάξωμεν στερεά καί ἀπαρασάλευτα μέ
τήν βοήθειαν τῆς Ἁγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου και Ἀειπαρθένου Μαρίας».
Ἐν
Τήνω 3 Ἰανουαρίου 1829
ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΣ ΚΑΓΚΑΔΗΣ Ἐπίτροπος
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΚΑΛΕΡΓΗΣ Ἐπίτροπος