Του Γιώργου Δημόπουλου
(Το κείμενο περιγράφει την αρχή μιας πρότασης και αφήνει μόλις να
φανεί το μέλλον της. Μόνο έτσι αν διαβαστεί
διατηρεί την σημασία του).
Τις προάλλες με αφορμή την απόφαση πρόσληψης
εποχικού προσωπικού εκ μέρους της διοικούσας επιτροπής του ιερού ιδρύματος
έκανα γνωστή διαμαρτυρία μου για την
εξόφθαλμη, κατάφορα άδικη σύνθεση της λίστας. Δεν ήταν ούτε είναι στις προθέσεις μου να ξεμπροστιάσω κανέναν. Δεν θέλω να έχω δίκιο, θέλω
δικαιοσύνη. Δεν υφίσταται δικαιοσύνη όταν κατακτώ δικαιώματα, αλλά όταν με
πληγώνει η εξ αδικίας οδύνη του συνανθρώπου μου. Εξ άλλου δεν αισθάνομαι ορθοπεδικός του ψυχισμού κανενός.
Πάντα δε σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν
μου διαφεύγει ο παλαιοδιαθηκικός λόγος: «…έλεγχε
σοφόν και αγαπήσει σε..».
Τι πιο έντιμο και τι πιο αξιοπρεπές να απαντήσουν, να δώσουν λόγο. «Μας
κατηγορείς άδικα, μας αδικείς παράφορα Δημόπουλε, εμείς είμαστε καθαροί,
δίκαιοι και με βάσει την κατ’ ιδίαν
αντίληψην με συγκεκριμένα δίκαια,
δημοκρατικά κριτήρια συνθέσαμε την λίστα. Δεν προσλάβαμε την έγγαμη, με δύο
παιδιά, άνεργη, με άκρως σοβαρά
προβλήματα υγείας, γιατί…. να πάει να βρει αλλού δουλειά βρε αδελφέ, στο «μαγαζάκι»
μας δεν χωράει, και δεν δίνουμε αναφορά σε κανέναν. Δεν πήραμε άνεργο διαβητικό
γιατί είναι πλούσιος, η γυναίκα του μάλιστα έχει και σούπερ μάρκετ γωνιακό,
κάτω από το άγαλμα της Προσκυνήτρας μάνας, χοντρά λεφτά, και προτιμήσαμε τον συγγενή
εξ αγχιστείας του τοπικού εκκλησιαστικού
κουμανταδόρου, γιατί είναι πάμπτωχος,
δεν προσλάβαμε φοιτητές των οποίων οι γονείς εργάζονται και οι δύο εκτός από
αυτούς των γειτόνων μας, πήραμε τ’ ανίψι μας, γιατί είναι…δικαίωμά μας… δεν
δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν βρε αδελφέ… Το Δίκαιο είμαστε εμείς, η… ηδεία
αντίληψή μας, έχοντας δε τυφλή
εμπιστοσύνη στον τοπικό μας
ινστρούχτορα, υπακούμε τυφλά στην νομενκλατούρα του, η οποία νέμει αξιώματα και προνόμια…». «Αιδώς Αργείοι».
Απαιτούν πειθήνιες μάζες, αναζητούν χρήσιμα αφελή πρόβατα: «είμαστε σαν και σας, από σας, λαός
και εμείς… άγιε Σερρών μετά το εικόνισμα της Παναγίας εσείς…Σάλαγος που δεν
ενώνει αλλά διασκορπίζει το ποίμνιο, το οποίο αναγνωρίζει πλέον ότι ο τσοπάνης είναι μισθωτός, και αναγνωρίζεται
μόνο στο ίδιο όφελος.. Το να βυσσοδομεί κανείς αντί απαντήσεως, σε εξέδρες,
καφενεία, ξενοδοχεία και πρακτορεία, παραπέμπει σε πανικό, στον ίδιο βαθμό που
είναι εμπαιγμός ο λόγος «εδώ άγιε αδελφέ, κάτω από τα όμματα της Παναγίας γίνονται οι
συνεδριάσεις, και λαμβάνονται οι δίκαιες αποφάσεις…». Χωρίς να του κλείσει το
μάτι συνεννοήθηκαν. Στο παιχνίδι τους και
«της Παναγιάς τα μάτια» λέει ο λαός «Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι», «ούτε
ιερό και όσιο» έλεγαν οι πρόγονοί μας, εις πολλά έτη, πολυχρόνια, δίδαξόν με τα
δικαιώματά μου, ουκ ήλθον διακονήσαι αλλά διακονηθήναι. και τεμενάδες αυτοί. Έχουν αποκτήσει
ξεδιάντροπα χαρακτηριστικά.
Δεν οσμίζονται την μπόρα αίματος που έρχεται; Έρχεται φυσικό. Την
απουσία του Ευαγγελικού βιώματος
έρχονται να καλύψουν δια της
καταθλιπτικής παρουσίας τους οι δεσποτοπρωτοπαπάδες του τόπου μας, με
τους επίχρυσους λόγους τους, την αλαζονική συμπεριφορά τους, ως ευφραδείς
κήρυκες των αντεστραμμένων αξιών, του
μηδενισμού, του βουλιάγματος στην
απελπισία, χωρίς να τους ενδιαφέρει αν ο πολίτης «διαζή το καθ’
ημέραν». Η υστεροβουλία κολακεύει την ματαιοδοξία τους μέχρι μέθης και
ναρκώσεως γνωρίζοντας ότι έτσι όλοι θα παραδοθούν οικειοθελώς στην υπόκωφη
δυναστεία τους.
Για
παρόμοια θέματα πάντα ήταν υπέρ της κατάποσης ή υπέρ της δικαστικής οδού. Έπεσαν στο τραπέζι και τα δύο. Ως υπέρογκοι
εγωισμοί συντηρούν την αποκλειστικότητα του δικαιώματος της απαξίωσης,
μαίνονται ιδιωτικώς, στα σκοτεινά, εναντίον όποιων γίνεται εμπόδιο στην προβολή
τους, και ταυτόχρονα ως δικαιούχοι άκρατης φιλαυτίας, ακάθεκτα, οργανώνουν τα
συμφέροντα τους χωρίς να τους ενδιαφέρει, ότι υποδαυλίζουν μίση και
απομακρύνουν τους πιστούς, ιδίως την νεολαία, από την Εκκλησία.
Αυτής της νοοτροπίας άτομα, συσπειρώνονται στην αδικία τους, ενώνονται
στην ανελέητη, ανεξέλεγκτη σκληράδα
τους, γίνονται συμπαγείς στην άρρωστη επαρχιακού τύπου πρωτοκαθεδρική αδυναμία
τους, πρόθυμοι να υπηρετήσουν τον Βάαλ της εποχής. Η κρίση βαθειά, ηθική.
Δεν ιδρώνει το αυτί τους, και δεν ησυχάζουν. Γίνονται πιο σκληροί, πιο
θρασείς για να αισθανθούν οι παραέξω
ποιος κάνει κουμάντο, φιλοδοξώντας μια εξουσία χωρίς όρια, κατρακυλώντας όλο
και πιο πολύ στην ανελέητη σκληρότητα.
Η
διαχείριση των θεμάτων της ΠΙΙΕΤ έχει εγκαταλειφθεί σε κάποιους.. Ποιους κάποιους; Αυτούς, που κατανέμουν δικαιοαδίκως μεταξύ τους την
ισχύ, την οργάνωση και την τάξη της κενότητάς τους. Πανούργοι στην σύγκρουση
των εγωισμών τους, δεν χαμπαριάζουν, στην σύνθεση του νέου ρουσφετολογικού
σιναφιού τους. Τροχοί στην άμαξά τους
πολλοί.
Η επιτροπεία έχει χειρωθεί, η
διοίκηση ΠΙΙΕΤ έχει υποταχθεί πλήρως
στις προσωπικές και κομματικές επιδιώξεις. Έχουν πλάσει στους κόλπους τους ξανά
το τέρας του κοσμικού Καίσαρος, της ανισότητας και της αδικίας. Η διολίσθηση
προς την τυραννία, όχι μόνο τοπικά, έχει δημοκρατικά ανεπαισθήτως αρχίσει «Εκ δημοκρατίας η τυραννίς». Όμως εσύ «αν
θέλεις είσαι δούλος, αν θέλεις είσαι ελεύθερος»
Οι διαμαρτυρίες
δεν αποτελούν ενστικτικές ή έλλογες
αντιδράσεις κατά της αδικίας αλλά είναι κατ’ αρχάς και κυρίως αρνητικές αντιλήψεις του δικαίου που φέρνουν
την κακοποίησή του. Η δικαιοσύνη, η ελευθερία και η ζωή δεν κατακτώνται ούτε με
τις καταγγελίες μας, αλλά ούτε με την αδιαφορία μας, με την υποδούλωσή μας στον
ωχαδερφισμό.
Οι Αρχαίοι Έλληνες, αλλά και οι χριστιανοί του πρώτου ρίγους, είχαν πρωταγωνιστήσει ορμητικά με υπομονή και νηφαλιότητα κατά της τυραννίας. Με διάφορα
μέτρα εμπόδιζαν το κτίσιμο αλαζονικών, χολερικών, άδικων συστημάτων. Πίστευαν στην
δημοκρατία, την «ηδείαν πολιτείαν και άναρχον και ποικίλην». Είναι η δημοκρατία
που απαλλάσσει από τις υπερβολές κάθε ανισότητας και αδικίας, θεσπίζοντας λόγον
ισότητας και δικαιοσύνης.
«Και τότε όπως σήμερα η ίδια λατρεία της δύναμης κυβερνούσε τις ψυχές
των ανθρώπων, η ίδια ειδωλολατρία του είναι. Η άπειρη δύναμη, ήταν γνωστό από
εκείνα τα χρόνια, είναι ιδέα
αδύναμη και γι αυτό εφιαλτική
πραγματικότητα, αφού δεν ισορροπεί παρά πατώντας στην απάτη και την βία».
Ζητείται ποσόν βουλήσεως για δικαιοσύνη και αλήθεια. Να μαλακώσει η
ανθρώπινη φρίκη της αδιαφορίας μας μπροστά στην ανεξέλεγκτη, άπειρη δύναμη. Κάθε εξουσία,
χωρίς τον εκ των κάτω έλεγχο καταντά εξ
ορισμού αγριότητα. Το μεθύσι του κόσμου μας είναι παραλογισμός των ανεξέλεγκτων
εξουσιαστών. Αν δεν υπάρξει συλλογικός πόνος δεν θα υπάρξει συλλογική αντίδραση.
Είναι γεγονός ότι ο προβληματισμός μάς τρομοκρατεί, γιατί απαιτεί να σκεφθούμε,
μας θέτει προ των ευθυνών.
Κακά τα ψέματα. Εφ’ όσον υπάρχουν κρατούντες και κρατούμενοι, ας άρχουν οι άριστοι και όχι η πρωτόφαντη δεσποτολαϊκή
επιτροπική του Ιερού Ιδρύματος βαρβαρότητα της άγνοιας, της σκληρότητας, και
του ριξίματος. Και ποιος είναι ο άριστος; Όποιος έχει φόβο Θεού, λίγο όχι πολύ,
όποιος θερμαίνεται από τον ήλιο της
δικαιοσύνης, όποιος ζει για την αλήθεια, αυτός που γνωρίζει καλά την ευτέλεια
των εδώ και τα αντιπαρέρχεται, διότι βιώνει έναν κόσμο ανώτερο.
Προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι προτάσεις μου, δυο λόγια
συνοδείας:
α).Η δικαιοσύνη είναι καρπός γεωργημένων συνειδήσεων και γεωργημένη
συνείδηση είχε τόσο ο Άγιος Αθανάσιος που ήταν τέρας μορφώσεως όσο και ο
Μέγας Αντώνιος που δεν γνώριζε καν ανάγνωση. Ήταν ο διανοούμενος Ιουστίνος Πόποβιτς αλλά και ο γερο-Παίσιος ο
οποίος δεν είχε καν απολυτήριο Δημοτικού, ήταν ο θεϊκός Καστοριάδης, και ο του
ξύλου καλλιτέχνης Βαγγέλης Καγιώργης, αλλά και τόσοι ανώνυμοι που η παιδεία τους δεν είναι τυπωμένη σε
κάποιο χαρτί, αυτοί που έχουν συνείδηση ότι ο κόσμος είναι κάτεργο του
πνεύματος, και η ελευθερία του πνεύματος γενναιοδωρία Θεού. Ο κόσμος προβάλλει
στα μάτια τους ως μαρμαρυγή σοφίας και όχι ως αποτέλεσμα γνώσεων. Άλλο η άκοπη
εξωτερική παιδεία των βιβλίων και άλλο η έγκοπη παιδεία της ζωής. Όλοι υπάρχουν
δάσκαλοί μας και οι μορφωμένοι και οι
αγράμματοι.
β).Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος
Ιερώνυμος κατά την παραμονή του
στην Τήνο, με τίμησε με την επικοινωνία του, και σε ορισμένα θέματα με την
εμπιστοσύνη του. Την εποχή της ώριμης
ανατρεπτικής περιόδου της ζωής του, όταν άφησε
πίσω του την εφιαλτική περίοδο
της ύψωσης τού θέλω του σε ιδανικό, ως
εφημέριος της Καρδιανής, μου είπε κατά
την διάρκεια κάποιου γεύματος «κράτησα μόνο το ωμοφόριο και πέταξα, Γιωργάκη,
ό,τι δεν μου ανήκει, κράτησα ό,τι μου
πρέπει». Και δεν δέχθηκε ούτε νεκρός να του φορέσουν τα αυτοκρατορικά
σύμβολα.
γ).Έτερος μακαριστός Αρχιεπίσκοπος, ο Σεραφείμ, όταν κάποτε κάποιος
ψάλτης τόλμησε να του ψάλλει το πολυχρόνιο φώναξε ωρυόμενος, μπροστά στην Ωραία
Πύλη: «Δεν θέλω ρε πολυχρόνιο σταματήστε…»
δ). Όλοι θυμόμαστε από την
τηλεόραση, ότι ο τωρινός Πατριάρχης των Κοπτών πριν λίγα χρόνια, (Νοέμβριος
2012), εξελέγη δια κλήρου από ένα μικρό παιδάκι με δεμένα μάτια, μπροστά στην
Αγία Τράπεζα, μετά την Θεία Λειτουργία. Μεταξύ των υποψηφίων και ένας μοναχός.
Έτσι μάθαμε ότι ο ποιμένας δεν είναι προϊόν όζουσας καμαρίλας, γι αυτό και καλείται κληρικός.
ε). Σύμφωνα με τους Ιερούς
Κανόνες σε περιόδους που την Εκκλησία την συνέπαιρνε η αύρα του Αγίου
Πνεύματος, διαχειριστές των οικονομικών
της επισκοπής, της ενορίας αλλά και των μοναστηριών ήταν ο Οικονόμος, ο οποίος
εξελέγετο δια ψήφου, από τους πιστούς ή από τους μοναχούς ανάλογα, με ρητή
απαγόρευση στον επίσκοπο και ηγούμενο να ασχολούνται με τα οικονομικά. Μάλιστα
οι υποψήφιοι απαγορευόταν να προέρχονται από το συγγενικό ή στενό περιβάλλον
του επισκόπου, για λόγους ευνοήτους. Με την εκκοσμίκευση της Εκκλησίας, όταν ο επίσκοπος
κατολίσθησε σε δεσπότη, πήρε και τον έλεγχο των οικονομικών, ο δε
Οικονόμος κατάντησε υψηλός τίτλος, ο οποίος
διατηρείται ανούσια μέχρι σήμερα, όπως και τόσοι άλλοι.
(Γυρίζουμε
πίσω όχι για να φυγοδικήσουμε σε μορφές ζωής που έχουν εκπληρώσει τον προορισμό
τους αλλά για να αντιδράσουμε στους κινδύνους που μας απειλούν, ανοίγοντας
δρόμο προς τις αστείρευτες πηγές της ζωής που κυλούν μέσα μας).
στ). Υπήρχε ένας μικροθεσμός, που ίσχυσε από
τα χρόνια του Σόλωνα μέχρι και την σύσταση του νεοελληνικού κράτους και
διατήρησε το Έθνος κατά τις φοβερές δοκιμασίες του. Ήταν η κοινότητα, μια
ενότητα εκ των κάτω ηθική και όχι κατασκεύασμα άνωθεν, δημιουργούσε δε
ανθρώπους θετικούς και ευπροσήγορους, εντελώς αρνητικούς στην αδικία και το ρουσφέτι.
Η ελληνικότητα δεν μας διαλέγει, την διαλέγουμε..
Δεν πετώ στα σύννεφα, ούτε ίπταμαι «επί
πτερύγων ανέμων και κυμάτων». Τρέφω
χαμηλές προσδοκίες για την ευρύτερη αποδοχή της πρότασής μου. Μόνο η λαγαρή
σκέψη του Πετζίκη μπορεί να προσδιορίσει
τον λόγο: «Τίποτα δεν υπάρχει που να μας
επιτρέπει να ανεβούμε ψηλά. Να σμίξουμε στην κορυφή του θόλου με αγιασμένες
ψυχές, ανάμεσά μας ουρανός με πυκνότητα ιδέας δεν υπάρχει. Έξω από κάθε κοινότητα ο καθένας βγάζει γοερές
κραυγές πόνου, αλλά όνειρα, προσπάθειες,
πόνος για τον διπλανό μας, όλα βυθίζονται σε ένα τέλμα πικρό, βουλιάζουμε από
συμφέρον μικρό, το δικό σου και το δικό μου».
Παρά ταύτα επειδή ο διασκελισμός
δεν είναι δικός μου, αλλά πρόκειται για μια θέση που στηρίζεται στην υπερβατική της ελληνικής και
χριστιανικής σκέψης αλήθεια, η οποία
υφίσταται χιλιετίες τώρα ως
αίτημα ζωής, και προ παντός αποτελεί το
εξέχον πολιτιστικό χαρακτηριστικό του λαού μας, την προτείνω με σύντομες
επεξηγήσεις.
1ον Κατ’ αρχάς η Τήνος λόγω του πανελληνίου θρησκευτικού
χαρακτήρα της, πρέπει να έχει αποκλειστικό επίσκοπο. Επίσκοπο της ορειβατικής
του μοναχισμού σχολής, βγαλμένο με κλήρο,
από κάποια σπηλιά του Αγίου Όρους. «Μην χαζεύεις τα όνειρά σου, σκύβε στ’
Αγιονόρος, στον μοναχισμό, και δεν θα
μπερδευτείς». Ο επίσκοπος οφείλει πριν
την χειροτονία του να περάσει σ’ ένα στάδιο φωτισμού, χαρακτηριστική εκδήλωση
του οποίου είναι η ετοιμότητα και ικάνωσή του να οδηγεί άλλον στην Ευαγγελική
πολιτεία. Η προοπτική αυτή αποτυπώνεται
σαφώς πιο απτά στην παιδαγωγική σχέση που αναπτύσσεται, συν τοις άλλοις, μεταξύ
του υποτακτικού και του γέροντος, σχέση
ζωτικής σημασίας.
Υπάρχουν αρκετοί, κληρικοί και λαϊκοί, οι οποίοι υπηρετούν το Ευαγγελικό
Πνεύμα, των οποίων ο λόγος της αλήθειας ζεματάει. Δεν απομονώνονται ούτε αποσύρονται όπως
επαναλαμβάνουμε τάχα παραπονούμενοι, αλλά ζουν την τέλεια ερημία. Αντίθετα
βγαίνουν μπροστά, ιδίως προς δεσποτοποίηση
αρχιμανδρίτες «αρχισαματατζήδες»,
οι οποίοι είτε ελέω εκκλησιαστικής καμαρίλας, είτε πολιτικών, επιχειρηματικών διασυνδέσεων, με
σιμωνιακό ή με ταχυδακτυλουργική λάθρα του Χριστόδουλου καταμέτρηση, πέρασαν
στην δεσποτική γκλαμουριά ως ισόβιοι αφέντες.
2ον Λειτουργία θα πει να ζεις με την ψυχή σου. Οι ποιμένες μπορούν να
μας πουν πώς η λειτουργία ξεπέφτει σε ιεροτελεστία και η Εκκλησία από χώρος του
απεριορίστου μεταβάλλεται σε θεμέλιο και στήριγμα του σύγχρονου κράτους. Εδώ
βασιλεύει η τεχνική, η δύναμη, το υλικό συμφέρον.
Στον εκκλησιαστικό χώρο, αυτό το χλιαρό, το
αβέβαιο, το διστακτικό, το κερδοφόρο εν τέλει πάρεργο του ποιμένα κομίζει
πελώριο κενό στην σύγχρονη πνευματική
ζωή. Καταλαβαίνω την κόπωση των κληρικών από την χρόνια επανάληψη π,χ της Παράκλησης, των
Τρισαγίων κλπ αλλά στο ΠΙΙΕΤ πρέπει να
υπηρετούν με θητεία ό,τι καλύτερο διαθέτει η Εκκλησία της Ελλάδος, χωρίς τις
γνωστές σκοπιμότητες. Κατά καιρούς έχουμε τέτοιες περιπτώσεις αλλά μοιάζει σαν
ατύχημα. Οι Ποιμένες οφείλουν να είναι μεγάλα πρότυπα. Τα πρότυπα μόνο
οικοδομούν. Οι φαντασίες και επιθυμίες δεν είναι οικοδομήσιμα υλικά. Η επί
θητεία πρόσληψη ισχύει χρόνια τώρα για τον πρωτοψάλτη της Παναγίας.
3ον. Το ΠΙΙΕΤ πρέπει να έχει
ιεροκήρυκα εγνωσμένης πνευματικότητας, με λόγο ο οποίος θα παραπέμπει σε βίωμα που συνεπαίρνει. Ο
ποιμένας διδάσκει με το είναι του και όχι με τα λόγια. Είναι πριν από όλα ψυχικώς υγιής άνθρωπος. Έτσι μόνο θεμελιώνεται η αρχή της αυθεντίας
του παραδείγματος
Ο ιεροκήρυκας αναφέρεται σε πράγματα που αγγίζουν, δεν κουράζει, δεν αερολογεί, ο λόγος του έχει βιωματικό αντίκρισμα, που
επιτρέπει την κοινωνία του με τον ακροατή και τρέπει τον λόγο του σε παραμυθία,
μορφωτική δύναμη ζωής. Σκοπός του κηρύγματος ήταν ανέκαθεν η παρηγορία της
ψυχής.
Διδάσκει την ψυχική υγεία; Οφείλει πρωτίστως ο ίδιος να είναι υγιής.
Προτείνει ορισμένη πολιτεία; Υποχρεούται να την εφαρμόζει από πριν. Πρέπει, μ’
ένα λόγο, να τηρεί στην ζωή του την αυτή ιεραρχία αξιών που θεωρητικά
προκρίνει.
4ον Στο ΠΙΙΕΤ σημαντικότατη θέση
είναι αυτή του εξομολόγου. Εξομολόγου με θεραπευτική σοφία που έχει τόσο ανάγκη ο πονεμένος
σημερινός άνθρωπος. Σαν τον καλό τεχνίτη που διδάσκει εξ ιδίας πείρας τον μαθητευόμενο, έτσι συμπεριφέρεται
ο πνευματικός. Πνευματικός είναι ο δότης και όχι ο γνώστης. Εκτός από την ασκητική εμπειρία ο σημερινός εξομολόγος,
ως ψυχοθεραπευτής, πρέπει να είναι
άριστος γνώστης της σύγχρονης
ψυχολογίας, με σπουδές στην ψυχανάλυση, και κλινική εμπειρία, ικανή, σε σύγχρονα κέντρα ψυχοθεραπείας, με μια
διαρκή ενημέρωση στα σύγχρονα πορίσματα της ψυχανάλυσης. Σε διάφορες
μητροπόλεις υπηρετούν ικανοί κληρικοί ψυχίατροι, ψυχαναλυτές και ψυχοθεραπευτές.
5ον Οι επιτροπές πρέπει να είναι
δύο, και προ παντός όχι προϊόν διχαστικής διαδικασίας.
Θέλουμε επιτρόπους στο ΠΙΙΕΤ που να λειτουργούν με αντικειμενικά
προσδιορίσιμη έννοια του δέοντος, σε αρμονία με τον βαθύτερο γεωργημένο εαυτό
τους, η προσφορά τους να καθρεπτίζεται, με απέραντο σεβασμό, σ’ όσα βαραίνουν
την ζωή του προσκυνητή, με εκείνο το εσωτερικό μέτρο που κάνει τους πάντες τόσο
θετικούς στις αιώνιες αξίες της ζωής, που ορθώνονται ακόμη και μέσα από το
τρεμουλιαστό ημίφως του κεριού της παράκλησης, ως μυθικός φραγμός στην
μηδενιστική κατεδάφιση της Δικαιοσύνης και του Αγαθού.
α) Η μία καθαρά εκκλησιαστική, τετραετούς θητείας, η οποία θα έχει πρόεδρο τον επίσκοπο,
αντιπρόεδρο την ηγουμένη του Κεχροβουνίου, και
μέλη, τους ιερείς της Παναγίας με ισάριθμα λαϊκά μέλη, εκλεγμένα από τον λαό της Τήνου.
Φροντίδα τους οτιδήποτε έχει
σχέση με τον προσκυνητή, πρακτικής φύσεως θέματα, αλλά κατ’ εξοχήν η φροντίδα
της ψυχής τους. Να αισθάνεται ο προσκυνητής ένα διάχυτο κλίμα αλληλεγγύης,
φιλαλληλίας, που κυματίζει συνέχεια ως Ελεούσα γύρω του.
β) Η δεύτερη επιτροπή θα είναι δεκαμελής,
τετραετούς θητείας, θα εκλέγεται από τον λαό της Τήνου, και από τους
προσκυνητές, ως Πανελλήνιο, οι οποίοι
εκείνη την ημέρα θα πλεύσουν στην Χάρη Της. Θα διοικείται από έναν πρόεδρο και έναν
αντιπρόεδρο, με αποκλειστική φροντίδα την διαχείριση των οικονομικών και της
περιουσίας, τις προσλήψεις, την συντήρηση κλπ
6ον Η θητεία των εκλεγμένων μελλών
και των δύο επιτροπών θα είναι μοναδική.
Οι συνεδριάσεις θα είναι ανοικτές με δυνατότητα παρέμβασης των
παρευρισκομένων κατόπιν αδείας των προέδρων.
7ον Σήμερα
«εγείρονται σοβαρά ερωτήματα, όπως τα σχετικά με το πότε,
ή τον τρόπο που εκφράζονται και διακονούνται οι «θρησκευτικές» ανάγκες των
πιστών, αν συνιστούν όντως γνήσια
έκφραση χριστιανικής ευσέβειας και πότε, υπό το σχήμα παραδοσιακόμορφων
νοοτροπιών, επιβιώνουν σχήματα αμφίβολης χριστιανικής γνησιότητας.» ( Α.SCHMEMANN)
Μερικές από τις πιο εμφαντικές
ενδείξεις της σύγχυσης του προσκυνητή, και όχι μόνο, καταμαρτυρείται από τα όσα
καθημερινά παρακολουθούμε σήμερα τοπικά, όπως το χαλί του μαζοχισμού, το οποίο
κανένας κληρικός ή επίτροπος δεν έχει ανεβεί, (μόνο ατομικά μαστίγια δεν
παραδίδονται στους προσκυνητές κατά την άφιξή τους ), το αγίασμα από την
δεξαμενή, το χωματάκι, το ακοίμητο, κ.ά, η πώληση λιβανιού, σκόρδων κλπ από τους εμπόρους της Τήνου για την βασκανία
και το μάτι κλπ. Η μαγεία εντός των πυλών.
Αυτά και
πολλά άλλα, πιο σοβαρά, τροφοδοτούν τις ποιμαντικές ανησυχίες και δικαιολογούν
τον προβληματισμό περί του πώς η εκκλησιαστική διακονία του ανθρώπινου πόνου,
και γενικότερα η κοινωνική διακονική προσφορά της Εκκλησίας, θα μπορέσει να
γίνει αποδοτικότερη και περισσότερο συνυφασμένη με την σύγχρονη πολιτισμική
πραγματικότητα.
Ποιος θα προσεγγίσει όλα αυτά και πολλά άλλα; Μια επιτροπή η οποία θα
προσδιοριστεί από τις παραπάνω Διοικούσες Επιτροπές του ΠΙΙΕΤ, από καθηγητές
πανεπιστημίου, της Ιατρικής, Θεολογίας, Κοινωνιολογίας και Ψυχολογίας, με την
συμμετοχή κληρικών, αυτών που φέρουν όλο
το βάρος της Ευαγγελικής παιδείας.
Η
αλήθεια δεν απογοητεύει. Απογοητεύει η φανέρωση της αποκρύψεώς της.