Ξ.: Από τον γνωστό μας πλέον, καθηγητή Νομικής του ΑΠΘ, κύριο Απόστολο Σοφιαλίδη, λάβαμε, «αντί ευχετήριας κάρτας», όπως γράφει, παρέμβαση, στη συζήτηση που έχει ανοίξει τις τελευταίες μέρες, γύρω από μια πληγή που άνοιξε το Περιφερειακό Συμβούλιο ΝΑ και με την ευχή, όπως μας λέει «να κλείσει, όχι όμως με επιβολή κατοχής».
ΓΙΑ
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΝΕΜΟΓΕΝΝΗΤΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΤΗΝΟ
[ένας
απόηχος από τη συνεδρίαση
του
περιφερειακού συμβουλίου Νοτίου Αιγαίου της 22.12.2020]
Οι διοικητικές υπηρεσίες βρίσκονται
συχνά «ανάμεσα σε δύο πυρά». Μπορώ να καταλάβω καλά την πίεση που υφίστανται. Υπάρχουν
όμως πράγματα που δεν μπορώ να καταλάβω και που βασανίζουν σκληρά πολλούς τον
τελευταίο καιρό.
Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι ένας
ιδιώτης ζητεί την έκδοση οικοδομικής άδειας, προσκομίζοντας όλα τα
δικαιολογητικά που νομιμοποιούν και στηρίζουν την αίτησή του με βάση τις
πολεοδομικές διατάξεις, και ότι, στη συνέχεια, εμφανίζεται ένας άλλος και ζητεί,
από την ίδια υπηρεσία, να μην εκδοθεί άδεια, υποστηρίζοντας ότι, αν ανεγερθεί η οικοδομή
που ζητείται, θα προσβληθεί ένα δικό του δικαίωμα. Υποστηρίζει, λ.χ., ότι με
βάση αυτή την άδεια θα ανεγερθεί δεκαώροφη οικοδομή που θα προσβάλει τη θέα της
Ακρόπολης των Αθηνών και θα υποβαθμίσει το
πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον της περιοχής στην οποία κατοικεί. Ας υποθέσουμε ακόμη, ότι, αν η
υπηρεσία εκδώσει την άδεια, ο πολίτης που αντέδρασε προστρέχει τώρα στον
πολιτικό και υπηρεσιακό προϊστάμενο της υπηρεσίας και ζητεί την ανάκληση ή
ακύρωση ή την αναστολή ισχύος της άδειας, προβάλλοντας τους ίδιους λόγους. Ερωτάται:
Είχε δυνατότητα η υπηρεσία να «ακούσει» αυτόν τον πολίτη και να αρνηθεί την
έκδοση της άδειας; Είχε δικαίωμα ο προϊστάμενός της να παρέμβει, είτε
προληπτικά είτε κατασταλτικά, ώστε να μην υπάρξει τελικά οικοδομική άδεια και
οικοδομή;
Δίνω καταφατικές απαντήσεις και στα
δύο ερωτήματα.
Οι νομικές βάσεις τους δεν είναι δυνατό, ούτε υπάρχει ανάγκη να αναπτυχθούν στον
χώρο αυτό. Γιατί, όποια απόφαση κι αν έπαιρνε η υπηρεσία ή ο προϊστάμενός της, αυτή
θα μπορούσε στη συνέχεια να προσβληθεί στα αρμόδια δικαστήρια. Στην περίπτωση
του παραδείγματος, ο πολίτης που αξίωσε ανεμπόδιστη θέα για την Ακρόπολη και
υποστήριξε ότι η οικοδομή θα υποβαθμίσει το
πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον της περιοχής, προσέφυγε στα δικαστήρια και
δικαιώθηκε[1]. Αν η διοίκηση δεν εξέδιδε την άδεια,
θα μπορούσε να προσφύγει στα δικαστήρια εκείνος που την είχε ζητήσει, βάλλοντας
αυτή τη φορά κατά της παράλειψης της διοίκησης να προχωρήσει σε «οφειλόμενη
ενέργεια» και προβάλλοντας υποχρέωση της διοίκησης να εκδώσει την άδεια, αφού
είχε προσκομίσει όλα τα «δικαιολογητικά» που απαιτεί ο νόμος. Το δικαστήριο,
αυτή τη φορά, θα απέρριπτε την προσφυγή, για τον ίδιο λόγο που δέχθηκε την
προηγούμενη και με βάση την ίδια επιχειρηματολογία που χρησιμοποίησε και στην
προηγούμενη περίπτωση. Κι αυτό γιατί πρόκειται για το ίδιο ακριβώς θέμα, από
αντίστροφη κάθε φορά όψη. Η διοίκηση, όμως, θα ενεργούσε νόμιμα σε μία
μόνο περίπτωση: Αν δεν είχε εκδώσει την άδεια ή αν την είχε ανακαλέσει έγκαιρα. Γιατί
η νομιμότητα δεν είναι νόμισμα με δύο διαφορετικές όψεις. Είναι πάντα μία, από
όποια όψη και αν βλέπει κανείς το ίδιο θέμα[2].
Δεν είναι όμως αυτό το πιο κρίσιμο ζήτημα. Γιατί η διοίκηση είναι
πιθανό να σφάλει, όπως είναι πιθανό να σφάλουμε όλοι. Συνεπώς, μπορεί να μην είναι
νόμιμη τόσο μια θετική πράξη της (λ.χ. η έκδοση άδειας) όσο και μια παράλειψή
της (λ.χ. η μη έκδοση άδειας). Αυτό θα το κρίνουν στη συνέχεια τα δικαστήρια. Το
πιο κρίσιμο ζήτημα είναι με ποια κριτήρια παίρνει τις αποφάσεις της η διοίκηση.
Αλλά και σε ποια πλευρά θα επιρρίψει το βάρος και το κόστος των αποφάσεών
της. Διότι η διοίκηση «είναι» για όλους. Και, ίσως, «είναι» περισσότερο για
τους πιο αδύνατους. Και γι’ αυτό οφείλει να σταθμίζει διαρκώς αντικρουόμενα
δικαιώματα και συμφέροντα, πριν πάρει αποφάσεις και πριν προχωρήσει σε
οιαδήποτε πράξη ή παράλειψη. Δύσκολη δουλειά, αλλά αυτό το καθήκον τής
εμπιστεύθηκε ο Ελληνικός Λαός, κατά το ισχύον Πολίτευμα και Σύνταγμα.
Ακόμη πιο σοβαρό είναι όμως το ζήτημα ότι
η διοίκηση δεν έχει δικαίωμα να ισχυρισθεί ότι «δεν μπορεί» να πάρει αποφάσεις. Και κανένας προϊστάμενος δεν
επιτρέπεται να ισχυρισθεί ότι δεν μπορούσε να εμποδισθεί ή να ανακληθεί μια
άδεια, όταν αυτή μπορεί να προσβάλλει προστατευτέο δικαίωμα και συμφέρον άλλου
πολίτη ή το κοινό συμφέρον. Και αν θεωρεί ότι δεν είναι ο ίδιος αρμόδιος,
οφείλει να παραπέμψει αμέσως το θέμα στον αρμόδιο. Και, φυσικά, είναι
πολύ ορθότερο, τόσο πολιτικά και κοινωνικά όσο και νομικά, η διοίκηση να
προλαβαίνει το κακό, αντί να αναζητεί κατόπιν εορτής, ίσως και μάταια, την
επανόρθωση. Τα ίδια ισχύουν για πολλές ακόμη «άδειες», αλλά και για τις «άδειες
διέλευσης» για τις οποίες συζητούμε. Δεν είναι του χαρακτήρα μου να κοιτάζω από την
κλειδαρότρυπα την εσωτερική ζωή μιας οικογένειας, περνάει όμως από το μυαλό μου
η σκέψη ότι από τις 04.12.2020 που κατατέθηκαν οι αιτήσεις για τις
συγκεκριμένες άδειες διέλευσης, μέχρι την 11.12.2020, οπότε αυτές εκδόθηκαν
τελικά, υπήρξαν εσωτερικές διαβουλεύσεις και συνεννοήσεις της υπηρεσίας με την
πολιτική ηγεσία της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι
δυνατό να μη θεωρήσω ότι η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου έλαβε απόφαση να εκδώσει
τις άδειες και να απορρίψει (σιωπηρά, όμως) όλες τις αντιρρήσεις της τοπικής
κοινωνίας της Τήνου. Ο ενδιάμεσος χρόνος δεν δαπανήθηκε για να ελεγχθούν οι
αιτήσεις ή για να γραφούν οι άδειες. Άλλωστε, αυτές είχαν γραφεί προηγουμένως
ακόμη δύο φορές. Αντιγραφή έγινε στις 11.12.2020, με κάποιες ελάχιστες τροποποιήσεις.
Αυτά, κατά την άποψή μου, προκύπτουν
από το σύνολο της έννομης τάξης που ρυθμίζει την κοινωνική και οικονομική ζωή
στη χώρα μας. Φυσικά, όταν το υποστηρίζει αυτό κάποιος που, όπως ο γράφων, δεν
έχει ιδιότητα δικαστή που δικάζει τη συγκεκριμένη υπόθεση, και εφόσον διαθέτει
στοιχειώδη κοινωνική αγωγή και ευγένεια, μόνο «άποψη» μπορεί να διατυπώσει. Όλα
τα αντίθετα αποτελούν «αγένεια», «λαϊκισμό» και «δημαγωγία». Όποιος ισχυρίζεται
με τρόπο απόλυτο ότι «άλλα ορίζει ο νόμος», μπορεί να έχει οιαδήποτε
επαγγελματική ή επιστημονική ιδιότητα, μπορεί να είναι υπουργός, περιφερειάρχης
ή και αντιπεριφερειάρχης ή να κατέχει (δοτή και ελεγχόμενη) θέση οιασδήποτε
εξουσίας, αλλά δεν είναι «ο νόμος», ούτε μπορεί να αποφαίνεται ως νομοθέτης
ή ως δικαστής. Αν νομίζει ότι είναι το πρώτο ή ότι μπορεί το δεύτερο, τότε
είναι δημαγωγός ή λαϊκιστής ή, ακόμα χειρότερο, ιππέας της εξουσίας, που
αρέσκεται να έχει υπηκόους, για να τους κουνάει το δάχτυλο, να τους κάνει
μαθήματα «δημοκρατίας» ή «πολιτικής αξιοπρέπειας», να τους μοιράζει χάντρες και
καθρεφτάκια, δρόμους ή φωτάκια ή άλλα «έργα», ή να τους μαστιγώνει με το
καμτσίκι, όταν θεωρεί ότι είναι ατίθασοι. Και, σίγουρα, είναι αγενής. Πρέπει ακόμη
να προσθέσω, ότι λαϊκισμός είναι και όταν ο εισηγητής του θέματος αντιπεριφερειάρχης,
δήλωσε στη συνεδρίαση της 22.12.2020,μεταξύ πολλών άλλων, για τους δικηγόρους
ότι «τους ξέρουμε καλά· υποστηρίζουν δολοφόνους, ισχυριζόμενοι ότι
εκπυρσοκρότησε το πιστόλι»!!!!!Το ίδιο ισχύει και για τον πολιτικό προϊστάμενό
του, ο οποίος, αντί να επαναφέρει τον εισηγητή στην τάξη, αμφισβήτησε τις
ικανότητες των νομικών παραστατών του Δήμου Τήνου, με το επιχείρημα ότι «έχασαν
όλες τις δίκες απέναντι στην εταιρεία των ανεμογεννητριών»!!!! Και ο οποίος,
επιπλέον, δήλωσε ότι όσα ανέπτυξε «περί νομιμότητας» κατά τη συνεδρίαση του
περιφερειακού συμβουλίου της 22.12.2020, στηρίζονται στις «απόψεις» των νομικών
συμβούλων του, δηλαδή σε «απόψεις» συναδέλφων δικηγόρων!!!! Ας κάνουμε λοιπόν
το λογαριασμό: Στη δημαγωγία, προστίθενται η αντιφατικότητα και η υποκρισία.
Μπορούμε να συζητούμε και να
διαφωνούμε επί χρόνια για την ομιχλώδη έννοια του «λαϊκισμού» (και δη του
«κατευθυνόμενου»), την οποία αποφάσισε (ή μήπως ούτε αυτό ήταν «απόφαση», αλλά
έγινε κατά τύχη;) να επιβάλει το περιφερειακό συμβούλιο στην ημερήσια διάταξη
της συνεδρίασής του της 22.12.2020. Όμως, οι ανεμογεννήτριες βρίσκονται ήδη
στην Τήνο, «πατώντας» στις επίμαχες άδειες διέλευσης, οι οποίες εξακολουθούν να
στραγγαλίζουν το νησί και τους Τηνιακούς πολίτες. Με τις ίδιες άδειες, επιδιώκεται
η τελική μεταφορά τους στο χώρο της σχεδιαζόμενης εγκατάστασης. Την ίδια
στιγμή, δεκάδες πολίτες παρακολουθούνται και διώκονται από άλλες υπηρεσίες και
αρχές, επειδή διαμαρτύρονται κατά των ανεμογεννητριών στον καιρό της πανδημίας (!!!!),
άλλοι διώκονται (αστικά και ποινικά) από την επενδύτρια εταιρεία για τον ίδιο
λόγο και όλοι οι πολίτες της Τήνου ζουν χρονιάρες μέρες σε καθεστώς μαύρου
σκοταδιού, τρόμου και κατοχής.
Έχει μείνει ελάχιστος ακόμη χρόνος, για
να το ξανασκεφτούν όλοι όσοι διαθέτουν εξουσία και για να αποφασίσουν δίπλα σε
ποια πλευρά θα σταθούν. Τα λόγια, όμως, δεν αρκούν, ούτε πείθουν κανέναν πια.
Χρόνια πολλά σε όλες και όλους.
Απόστολος Σοφιαλίδης
Θεσσαλονίκη, Χριστούγεννα του 2020
[1] Πρόκειται για την υπόθεση που
έγινε γνωστή στο Πανελλήνιο και απασχόλησε και το ΣτΕ, το οποίο, με την υπ’
αριθ. 2102/2019 απόφαση της Ολομέλειάς του, ακύρωσε τις άδειες που είχαν
εκδοθεί και δικαίωσε τους πολίτες που είχαν προσφύγει σ’ αυτό. Στο σημείο αυτό,
για λόγους οικονομίας, το παράδειγμα χρησιμοποιείται σχηματικά και
απλοποιημένα.
[2]Σημειώνω, ότι στην περίπτωση
των ανεμογεννητριών στην Τήνο, στο ΣτΕ δεν είχε οδηγηθεί η νομιμότητα των
αδειών διέλευσης, για τις οποίες γίνεται αυτή η παρέμβαση στη συζήτηση. Και για
τις άλλες άδειες δεν είχαν προσφύγει στο ΣτΕ οι πολίτες που διαμαρτύρονται για
την έκδοση των συγκεκριμένων αδειών διέλευσης από την ΠΝΑ.