Τοῦ Γιώργου
Δημόπουλου
Ἤμουν ἔξω ἀπό
τό μαιευτήριο περιμένοντας μέ λαχτάρα νά ἀντικρύσω τό πρῶτο μας παιδί, κόρη, μέ
τό ἕνα τσιγάρο πάνω στ’ἄλλο, ὅταν ἄγνωστος διπλανός μέ ρωτάει τί παιδί περιμένω. Μετά τήν πληροφόρηση,
μέ ἀκατάσχετο λόγο, προσπαθοῦσε νά μέ παρηγορήσει ὅτι δέν χάθηκαν τά πάντα, καί ὅτι τέλος
πάντων, ὥς ὁμοιοπαθείς, θά προσπαθήσουμε στό ἑπόμενο.
Ποιός δέν γνωρίζει τόν Χάρι Πότερ; Προσωπικά δέν καταλαβαίνω, γιατί τό βιβλίο τιτλοφορεῖται Χάρι Πότερ. Ἡ Ἐρμιόνη κάνει ὅλη τή δουλειά, αὐτή εἶναι ἡ ἡρωίδα!
Ἀναλογίζομαι ποιά θά ἦταν ἡ τύχη τοῦ βιβλίου ἄν λεγόταν Ἐρμιόνη Γκρέιντζερ;
Πόσοι γονεῖς θά χάριζαν στά ἀγόρια τους ἕνα βιβλίο μέ ἕνα κορίτσι γιά ἥρωά του; Πόσα ἀγόρια θά ὅμολογοῦσαν τόν
θαυμασμό τους γιά τήν ἡρωίδα;
Δὲν θὰ ξεχάσω ποτὲ τὸ ραγισμένο βλέμμα μιᾶς μικρῆς Γιαζίντι, πού μόλις
προχθές, τὴν εἶχαν πρὸς πώληση ἀντὶ 100 δολαρίων. Ὑπέστη ὁμαδικό βιασμὸ ἀπὸ τοὺς
ἰσλαμιστὲς μαχητὲς καὶ πουλιόταν πολλὲς φορὲς ὡς σεξουαλικὴ σκλάβα. Ντρέπομαι ὡς
ἄνθρωπος ποὺ διαπιστώνω πὼς οἱ ἐκκλήσεις τους γιὰ βοήθεια δὲν εἰσακούονται ἀπὸ
κανέναν μας. Σύμφωνα δέ μὲ ἐμπειρογνώμονες τοῦ ΟΗΕ, περίπου 3.200 Γιαζίντι κοριτσόπουλα
βρίσκονται αὐτὴ τὴ στιγμὴ στὰ χέρια μουσουλμάνων, ἡ πλειονότητά τους στὴ Συρία,
ὡς σεξουαλικὲς σκλάβες.
Σύμφωνα δε πάντα μέ τούς ὑπεύθυνους τοῦ ΟΗΕ ἑκατὸ τριάντα ἑκατομμύρια (130.000.000) γυναῖκες μουσουλμάνες, ἔχουν ὑποστεῖ
στὶς ἡμέρες μας ἀκρωτηριασμὸ γεννητικῶν ὀργάνων, ὅλες δὲ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ὁδηγοῦν,
νὰ κυκλοφοροῦν μόνες τους ἔξω, ἀλλὰ καὶ ὅταν κυκλοφοροῦν, συνοδευόμενες, θὰ
φέρουν ὑποχρεωτικὰ μπούργκα ἢ τουλάχιστον μαντήλα, δὲν ἔχουν ἀπολύτως κανένα
λόγο στὴν ἐπιλογὴ συζύγου, ἀφοῦ αὐτὸ εἶναι ὑπόθεση ποὺ ρυθμίζεται ἀπὸ τοὺς γονεῖς
τους, καί σὲ περίπτωση μοιχείας, θάνατος μὲ λιθοβολισμὸ ἢ μὲ δημόσιο μαστίγωμα,
μέ τόν πρῶτο λίθο νά πέφτει ἀπό τόν ἄνδρα
μέ τόν ὁποῖο ἐμοίχευσε! Λέτε νὰ
δοῦν
κάποια στιγμὴ οὐράνιο
τόξο, ἔστω κάποιον ἰριδισμὸ αὐτὲς οἱ ψυχές;
Ἀμέτρητες γυναικεῖες
παιδικὲς ψυχὲς καταδικάστηκαν ἐρήμην νὰ ζήσουν στὰ τάρταρα μιᾶς χώρας ἀνθρωποφάγων
Ταύρων. Ἡ θυσία τῆς Ἰφιγένειας ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν πατέρα της, γιὰ νὰ φυσήξει οὔριος
ἄνεμος στὸ Αἰγαῖο, φαίνεται ὅτι δὲν ἦταν παρὰ μόνο ἡ ἀρχή.
Πόσες φορές δέν σκοντάφτουμε, προσπερνώντας τόν
πόνο τους; Πάνω στὰ ἑκατοντάδες χιλιάδες
ἄχνουδα κορίτσια ποὺ ἐπιβεβαίωσαν διπλωματικὲς συνθῆκες, πολεμικὲς ἀνακωχές, ἐνίσχυσαν
τὴν ἐξωτερικὴ πολιτικὴ τοῦ κράτους, εἴτε πρὸς πολιτισμένους εἴτε πρὸς ἀπολίτιστους
ἡγέτες. Κόρες, ποὺ ἁρπάχτηκαν μὲ τὴ βία, βιάστηκαν, σκοτώθηκαν, ἐξαφανίστηκαν, ἄνοιξε
ἡ γῆ καὶ τὶς κατάπιε. Εἶναι οἱ ἀμέτρητες Ἀναστασίες, οἱ λησμονημένες Ἀναστασίες
ποὺ δὲν γιορτάστηκαν ποτέ, δὲν τιμήθηκαν ποτέ, ποὺ
διήνυσαν μόνες τὴν ὁδὸ τῆς δοκιμασίας, τὴν ὁδὸ τῶν «παθῶν τοῦ Χριστοῦ»
κυριολεκτικά. Κορίτσια ὄμορφα, μάτια μεγάλα,
πανέξυπνα, ἡ κόρη μου, ἡ θυγατέρα τῶν ἀγαπημένων μας, λυγερόκορμα ἀρχοντοκόριτσα,
ἡ κοπέλα τοῦ ἄγνωστοῦ μας, ἡ κάθε Ἀναστασία, ἡ Μυρτώ, ἡ Εὐδοκία, ἡ ἀδερφή, ἡ
φίλη, ἡ γειτόνισσά μας, ποὺ χάθηκε ποὺ δὲν θὰ γυρίσει ποτὲ πίσω. «Ὅλα μᾶς ἀποχαιρετοῦν,
ὅλα μακραίνουν. Ἡ μνήμη δὲν ἐξαργυρώνει τὸ νόμισμά της. Καὶ ἀσφαλῶς κάτι ὑπάρχει
ποὺ ἀπομένει καὶ ἀσφαλῶς κάτι ὑπάρχει ποὺ θρηνεῖ» (Χ. Λ. Μπόρχες).
Ἡ νόμιμη κόρη
τοῦ θεοσεβούμενου Ἀνδρόνικου Β΄, ἡ παιδίσκη Συμεωνίδα, κατευθύνεται πρὸς τὶς ἐκβολὲς
τοῦ Βόλγα γιὰ νὰ ἔρθει σέ γάμο μέ τὸν Χὰν τῆς Χρυσῆς Ὀρδῆς. Μωρὸ τὴν ἔφερε ὁ
πατέρας της, γιὰ νὰ τὴν παντρέψει μὲ τὸν Κράλη τῆς Σερβίας, τὸν μεσήλικα Στέφαν
Οὖρος Μιλιούτι. Πενταετὴς ἡ πορφυρογέννητη νύφη, οὔτε νὰ νιφτεῖ μονάχη της δὲν ἦταν
μπορετό. Τὸ ἀνίερο, παιδοφιλικὸ συνοικέσιο, διπλωματικὸς ἐλιγμός.
Ὁ ἐκ
Παλαιολόγων, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ἔστειλε τὴν κορούλα του νὰ παντρευτεῖ τὸν Χὰν
τῶν Μογγόλων, ἀλλὰ ἐπειδὴ ὥσπου νὰ φτάσει ἡ νυφούλα στὰ βάθη τῆς Ἀσίας, ὁ ὑποψήφιος
γαμπρὸς πέθανε, ἡ Παλαιολογίνα παντρεύτηκε τὸν γιό του. Ἔτσι ἁπλά. Ἕνα
περιστατικὸ διπλωματικῆς ρουτίνας.
Πόσες καί
πόσες ἀνώνυμες
ταπεινὲς καθημερινὲς γυναῖκες δέν ἀφιέρωσαν ὅλο τους τὸ εἶναι στά αὐτονόητα καὶ
κράτησαν τὴ συνοχὴ τῆς κοινωνίας: Ἀναστασίες, Εὐφροσύνες καὶ Εἰρηνοῦλες στὸ
Σαράι, στὸ Ἄαχεν, στὸ Κίεβο, στὴν Ταυρίδα, ποὺ ἔκαναν ἁπλὰ τὸ καθῆκον τους; Ἐπιτέλεσαν
τὸν σκοπὸ τῆς ὕπαρξῆς τους, ὅπως ὅλες οἱ καταδικασμένες στὴν ἀφάνεια γυναῖκες.
Οἱ ἀνώνυμες, ἀθέατες, ἐξόριστες τῆς ἱστορίας. Οἱ Ἑλένες ποὺ ἔσπειραν πεδιάδες, ἀνάθρεψαν
ἥρωες, ἔθρεψαν ἀναρίθμητα στόματα, καὶ γιατροπόρεψαν μυριάδες ἄρρωστα κορμιά,
θρήνησαν βρέφη καὶ παιδιά, οἱ Μαργαρίτες ποὺ μάζεψαν ἐλιὲς τὸ καταχείμωνο,
τρύγησαν σταφίδα στὶς ψηλοκρεμαστὲς πεζοῦλες, θέρισαν μὲς στὸ λιοπύρι
κατακαλόκαιρο, ἔχτισαν ξερολιθιές, ἔζεψαν ὑποζύγια, οἱ Κωστοῦλες ποὺ ζεύτηκαν
καὶ οἱ ἴδιες, γιὰ νὰ πηγαίνουν ζαλωμένες μὲ τὰ μωρὰ ἢ τὰ πολεμοφόδια ἢ τὴν ταγὴ
στὴν πλάτη, ποὺ ἔπλυναν πληγὲς ὁπλιτῶν, ἡ μάνα τοῦ Μακρυγιάννη πού γέννησε τόν ἥρωά
μας βόσκοντας τά πρόβατα, ἡ Ἀγγέλω ποὺ μόλις προχθές γέννησε τὴν ὥρα ποὺ ἔκοβε
ξύλα στὴν Κερνίτσα, οἱ Ἀθίτσες ποὺ κουβαλοῦσαν νερὸ ἀπὸ τὸ ποτάμι, ποὺ
κυνήγησαν λύκους, ποὺ ὄρθωσαν τὸ ἀνάστημά τους στὸν κατακτητή, ξενοδούλεψαν, ὅταν
ἔλειπε ὁ στυλοβάτης ἢ ὅταν ὁ προκομμένος τεμπέλιαζε στὰ καπηλειά, διαχειρίστηκαν
τὸ βιὸς τῆς φαμίλιας, ἔθαψαν ὄνειρα, καημούς, ταπεινώσεις, προσδοκίες, ἀγωνίες,
βάσανα κι ἀπογοητευμένες ἀγάπες, κατάπιαν οἰκογενειακὲς ἀγριότητες, τραγούδησαν
τὴν ξενιτειά, ὑπέμειναν τὴν προσφυγιά, θάφτηκαν στὰ τάρταρα γιὰ νὰ στερεώσουν
γεφύρια καὶ νὰ τιμήσουν τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα, τοῦ συζύγου, τοῦ ἀδελφοῦ, τὶς
χιλιάδες, τὶς μυριάδες Ἀναστασίες, Μαρίες καὶ Ἑλένες, τοῦ χθὲς καὶ τοῦ προχθές,
τοῦ σήμερα καὶ δυστυχῶς τοῦ αὔριο.
Αὐτὴν τὴν ἔκλεψε ὁ Σουλτάνος, τὴν
ἄλλη τὴν ἔκανε πεσκέσι ὁ πατέρας της στὸν Μογγόλο Βασιλιά, τὴν ἄλλη στὸν Ὀθωμανὸ
γιὰ καλοπιάσματα πολιτικά, ἄλλη τὴ διαπραγματεύτηκε ὁ ἀδελφός της, τὴν ἄλλη
κάποιος προξενητής, τὴν ἄλλη τὴν ἔστειλαν δούλα στὴ Σύρα ἢ τὴν Ἀθήνα, τὴν ἄλλη
τὴν ἔβαλαν στὸ πλοῖο γιὰ Αὐστραλία, γιὰ κάποιον ἄγνωστο γαμπρό, ἄλλες ποὺ
πέφτουν στὸ κρεβάτι μὲ κάποιον ποὺ τὸν εἶδαν πρώτη φορὰ στὴ θρησκευτική τους
τελετή, γιατὶ ἔτσι λέει τὸ Κοράνι τους, ἄλλες ποὺ τὶς σκότωσαν καὶ τὶς πέταξαν
στὰ σκουπίδια τεμαχισμένες, ἄλλα ἄδολα κοριτσόπουλα ποὺ πίστεψαν στὰ γλυκόλογα
τοῦ ἀδίστακτου νταβατζῆ, ποὺ βασανίζονται μέχρι θανάτου ἀπὸ δαύτους, ἄλλες Τρωαδίτισσες ποὺ ἡ
μοίρα τὶς ὑποχρέωσε νὰ ὑπηρετοῦν ἀνόητους πορνόγερους, ἄλλες πού ἀπὸ Γεωργίες ἔγιναν
Κώσταινες, ποὺ πενθοῦν μαυροντυμένες μιὰ ζωή…
Λένε ὅτι ὁ χριστιανισμὸς ἐλευθέρωσε
τὴ γυναίκα, τὴν ἔκανε ἰσότιμη μὲ τὸν ἄνδρα. Ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ψεύδη. Τὸ Εὐαγγέλιο
ναί, ἀλλὰ οἱ κληρικοὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν, μὲ πρῶτο τὸν Παῦλο, φρόντισαν νὰ ἔχουν
διαφορετικὴ ἄποψη καὶ φυσικὰ νὰ τὴν ἐπιβάλουν. Οἱ ἄνδρες
σχεδίασαν καὶ ἀπόσωσαν τὰ πάθη, καὶ μόνο στὶς γυναῖκες δόθηκε ἡ χάρη νὰ γίνουν
μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως ἐκείνη τὴν αὐγή. Αὐτὲς γεννοῦν καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶναι σὲ
θέση νὰ δείξουν τὴν νίκη τῆς ζωῆς πάνω στὸν θάνατο· αὐτὲς γνωρίζουν ἀπὸ
πίστη καὶ ἀγάπη, ὥστε νὰ δοῦν μιὰ πραγματικότητα ἡ ὁποία ζητεῖ ὀφθαλμοὺς τῆς
καρδιᾶς. Ὁ Λουκᾶς
(24,4-11) μάλιστα σημειώνει ὅτι οἱ γυναῖκες ἀνέφεραν στοὺς μαθητὲς τὰ γεγονότα,
ἀλλὰ «ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (παραλήρημα) τὰ ρήματα
αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς». «Τί λένε, μωρέ, αὐτὲς οἱ βλαμμένες, τρελάθηκαν;».
Τώρα ποιὸς βρίσκεται σὲ λῆρο, μᾶς τὸ λένε τὰ γεγονότα: ἀπαγορεύεται νὰ πᾶνε στὸ Ἅγιο Ὄρος, νὰ μποῦν στὸ Ἱερὸ ἀκόμη καὶ ὅταν σαραντίζονται
κοριτσάκια, νὰ κοινωνήσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν ὅταν ἔχουν τὴν ἔμμηνο ρύση, νὰ
γίνουν κληρικοί, νὰ μιλήσουν στὶς ἐκκλησίες, νὰ γίνουν ἁγίες… Ὅλες οἱ σωρηδόν
πρόσφατες ἁγιοποιήσεις ἀναφέρονται σὲ ἄνδρες κληρικοὺς ἢ μοναχοὺς καί πάντα ἀγάμους.
Τέλος, καλό θά εἶναι νά μήν ξεχνᾶμε, ὅτι μόλις
τὸ 1545 μ.Χ. ἡ Σύνοδος τοῦ Τριδέντου ἀποδέχτηκε
ὅτι οἱ γυναῖκες ἔχουν ψυχή... Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Θεολόγος μᾶς τὸ
λέει πολὺ λαγαρά: «Ἄντρες ἦσαν οἱ νομοθετοῦντες καὶ
κατὰ τῶν γυναικῶν ἡ νομοθεσία».
Ὁ αἰώνας πού πέρασε, κατὰ κοινὴ ὁμολογία,
ἀπετέλεσε γιὰ τὴ δυτικὴ γυναίκα μία χρονικὴ περίοδο πολλῶν καὶ ποικίλων
κοινωνικῶν καὶ ἐπαγγελματικῶν κατακτήσεων. Στὴ
Δύση σκεπτόμαστε τὴν ἀλλαγή. Κάνουμε ἕναν πρῶτο ἠθικὸ ἀπολογισμό, ὥστε μιὰ
συγκεκριμένη θλιβερὴ ἱστορία νὰ χωρέσει στὸ κεφάλι μας, προκειμένου νὰ
ξεπεράσουμε τὸ τραυματικὸ «γιατί», τὸ ὁποῖο γίνεται εὔκολα μηδέν, καὶ προχωρᾶμε
πρὸς τὸ ἑπόμενο «βέλτιστον». Δὲν ἔχει σημασία
πόσο χρόνο παίρνει κάτι τέτοιο στὴ ζωή μας·
σημασία ἔχει ὅτι ἡ ἐπιλογὴ τῆς ἀλλαγῆς ὀξύνει τὴν εὐαισθησία τῶν λαῶν, καὶ αὐτὸ
σὲ βάθος χρόνου πάντοτε μετρᾶ. Ἐπὶ παραδείγματι: γιὰ νὰ περάσει ἡ πλήρης οἰκονομικὴ
ἰσότητα τῶν γυναικῶν, δηλαδὴ νὰ πληρώνεται ἡ γυναίκα ἐξ ἴσου μὲ τὸν ἄντρα, θὰ
περάσουν ἄλλα ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τώρα καὶ ἄλλα διακόσια ἀκόμη γιὰ τὴν πλήρη ἰσότητά
της. Μὴν ξεχνᾶμε ὅτι στὴ Γερμανία καὶ Αὐστρία δικαίωμα ψήφου στὶς γυναῖκες
δόθηκε τὸ 1918, στὴν Ἀμερικὴ τὸ δικαίωμα αὐτὸ παραχωρήθηκε τὸ 1920, ἐνῶ στὴν Ἑλλάδα
οἱ γυναῖκες ψήφισαν γιὰ πρώτη φορὰ στὶς δημοτικὲς τοῦ 1934. Γιὰ νὰ ψηφίσουν δὲ
σὲ βουλευτικές, ἔπρεπε νὰ περάσουν ἀκόμη 22 χρόνια, ἀφοῦ ψήφισαν γιὰ πρώτη φορὰ
στὶς 19 Φεβρουαρίου 1956. Στὴν Ἐλβετία οἱ ἄντρες εἶπαν
τελικὰ «ναὶ» στὴ γυναικεία ψῆφο μὲ 65,7% στὸ δημοψήφισμα τοῦ 1971.
Εἶναι ἡ πορεία τῆς ἀέναης Ἄνοιξης πρὸς τὸν
Κόσμο, τὸν ἀνεξερεύνητο, τὸν ἀνείπωτο, πρὸς τὴ μαγεία τῆς ὀμορφιᾶς, πρὸς τὴν ἀκρίβεια
τῆς καίριας στιγμῆς, πρὸς τὴν ἐπιθυμία ἀπόδοσης δικαιοσύνης, ποὺ ὁδηγεῖ τὶς
ψυχές μας, μέσα ἀπὸ τὴ δίνη καὶ τὴν ταραχὴ τῶν ἡμερῶν μας, στὴν περιοχὴ τῆς
διαφάνειας, τῶν λυρικῶν χρωμάτων, τῆς καθαρῆς συνείδησης, τῆς μεταμόρφωσης, τῆς
γύμνωσης ἀπὸ τὸ περιττό, τῆς ὀμορφιᾶς καὶ τοῦ φωτός. Ἕναν κόσμο καθ’ ὅλα
πραγματικό, ποὺ μοιάζει νὰ τὸν διέπουν, ὡς φυσικοὶ νόμοι, ἀπαρέγκλιτες ἀρχές, σὰν
ἄλλοι μηχανισμοὶ μυθοποιητικοί, ὡς ἀντίδοτο στὴν καθημερινὴ φρίκη μιᾶς
προϊούσας ἠθικῆς παραίτησης.
Λόγος ἀκροτελεύτιος μέ Μαχάτμα Γκάντι.
«…Ἀπὸ πολὺ
παλιὰ ὁ ἄνδρας ἄσκησε τὴν κυριαρχία του πάνω στὴ γυναίκα ἔτσι ποὺ νὰ ἀναπτυχθεῖ
μέσα της ἕνα σύμπλεγμα κατωτερότητας. Κινούμενος ἀπὸ τὸ συμφέρον, ὁ ἄνδρας
θέλησε νὰ τὴν πείσει πὼς ἦταν κατώτερή του καὶ αὐτὴ τὸ πίστεψε. Ἀλλὰ ὅμως οἱ
φωτισμένοι σοφοὶ ἀναγνώρισαν τὴν ἰσότητα τῆς θέσης της.
...Ἀπὸ ὅλα ἐκείνα
τὰ κακὰ γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ ἄνδρας εἶναι μόνος του ὑπεύθυνος, τὸ περισσότερο ἀτιμωτικό,
ἀπεχθὲς καὶ κτηνῶδες εἶναι ἡ ἀναίσχυντη ἐκμετάλλευση τῆς
καλύτερης μερίδας τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ἄδικα
ὀνομάζουμε ἀδύνατο φύλο. Ἀπὸ τὰ δύο, τὸ θηλυκὸ φύλο εἶναι τὸ εὐγενέστερο, γιατὶ
ἐνσαρκώνει ἀκόμα καὶ σήμερα τὴ θυσία, τὴν καρτερία, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν
πίστη καὶ τὴ φρονιμάδα.
...Προικισμένη μὲ τὶς ἴδιες ψυχικὲς ἰκανότητες, ἡ γυναίκα εἶναι ἡ
σύντροφος τοῦ ἄνδρα. Eἶναι ἐξουσιοδοτημένη νὰ συμμετέχει στὶς δραστηριότητες τοῦ
ἄνδρα, ἀκόμα καὶ στὶς μικρότερες λεπτομέρειές τους. Καὶ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἀπαιτεῖ
τὴν ἴδια ἀνεξαρτησία καὶ τὴν ἴδια ἐλευθερία μ’ αὐτόν. Τῆς ἀνήκει ἡ πρώτη θέση
γιὰ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὶς εἰδικότερες ἁρμοδιότητές της, ὅπως ἀκριβῶς ἰσχύει καὶ
γιὰ τὸν ἄνδρα κάθε φορὰ ποὺ πρόκειται γιὰ τὴ δική του ἁρμοδιότητα. Αὐτὸ βέβαια
θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι αὐτονόητο καὶ νὰ μὴν ἀπαιτεῖ ἰδιαίτερη ἐκμάθηση, ὅπως γιὰ τὴ
γραφὴ καὶ τὴν ἀνάγνωση. Ἀπὸ μόνη τὴ δύναμη μιᾶς ἐλεεινῆς συνήθειας, ἀκόμα καὶ οἱ
ἀμαθέστεροι καὶ ἀναξιότεροι τῶν ἀνδρῶν κατάφεραν νὰ ἀπολαμβάνουν μιᾶς ἀνωτερότητας
ποὺ δὲν ἄξιζαν καθόλου καὶ ποὺ δὲν ἔπρεπε νὰ κατέχουν ποτέ…..» (Μαχάτμα Γκάντι, Ἡ ἀποστολὴ τῆς γυναίκας).