Τού Γιώργου
Δημόπουλου
Όταν ο
ιστορικός αρχαιολογεί, διαβάζει δηλαδή το μνημειωμένο παρελθόν χωρίς να
αναζητεί το πνεύμα τών έργων τού
παρελθόντος, ξεχνώντας ότι τα προσεγγίζει από το δικό του ιστορικό
παρόν με το προσωπικό του ενδιαφέρον, τότε αφήνει τα έργα να σβήνουν στο βάθος
τού χρόνου τους και παραιτείται από κάθε
προσπάθεια να αλλάξει ζωογονητικά η σχέση του με το παρελθόν.
Στην αρχαιολογική αυτή προσέγγιση τής ιστορίας έχει ειδικευτεί από
καιρό τώρα, η Πατερική Παράδοση τής
καθ’ ημάς Ανατολής, η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. Ως εκ τούτου έρχεται φυσικό,
όπου ανακατεύεται, τίποτα δεν καρποφορεί, σαν την ξερή συκιά τού
Ευαγγελίου, αφού το
παρελθόν δεσπόζει και καθορίζει
κάθε Της κίνηση.
Ως Χριστιανοί Ανατολίτες αναμηρυκάζουμε ανεπίγνωστα την ιστορία μας
έτσι απλά, κατά μόνας ή εν χορώ, πλήττοντας
αφόρητα καθώς μάς αποκοιμίζει στα
περασμένα, αντί τα δημιουργήματά τού παρελθόντος μας να μεταγραφούν σε αξίες, πεποιθήσεις ή
αισθήματα, τα οποία θα ωθούν άτομα ή
ομάδες να ενεργήσουν.
Αφ’ ης στιγμής είμαστε μέρος τής ιστορίας, κινούμενοι ταυτόχρονα από
τις υλικές και πνευματικές συνθήκες τής ύπαρξής μας, αισθήματα, πίστεις και
αξίες πρέπει να αποτελέσουν στοιχεία τής στοχαστικής ζήτησης και να διαβαστούν
ανάλογα. Αυτό έκανε η προοδευτική Δύση,
για αυτό και ξεχώρισε προκομμένα σε
όλα τα επίπεδα: επιστημονικά,
πολιτειακά, φιλοσοφικά, καλλιτεχνικά, ψυχολογικά, κοινωνικά σε όλους τούς
τομείς.
Το εγχείρημα έγινε αρχικά από τον Καλβίνο ο οποίος έδειξε πως η μετάβαση από την
παραδοσιακή κοινότητα στην νεώτερη πολιτική κοινωνία μετατοπίζει το πνευματικό
κέντρο βάρους από την συλλογική πίστη στην ατομική βούληση και ηθική κρίση, για
το καλό και το κακό. Μέχρι τότε ο
Μεσαίωνας έλεγε ότι για να είσαι αληθινός,
για να κατέχεις την αλήθεια, αρκεί η
πίστη σου στην καθιερωμένη αλήθεια. Εξ ου και εθεωρείτο ανίερο έως διαβολικό, οτιδήποτε
εκτός εκκλησιαστικής τελετουργίας, αφού
τίποτε δεν μπορεί να είναι καθαρό από μόνο του.
Έκτοτε οι Νέοι Χρόνοι αφήνουν τις μαγικού χαρακτήρα ιεροπραξίες και τον
εξαγιασμό τών πραγμάτων και καταστάσεων από τούς κληρικούς, για να αναζητήσουν
τις πνευματικές αξίες στον ίδιο τον
υλικό κόσμο. Έτσι πλέον στην Ευρώπη, το κράτος δεν περιμένει από την Εκκλησία
την ηθική του νομιμοποίηση, η σκέψη και η επιστήμη δεν εξαρτούν την εγκυρότητά τους από την συμφωνία με τα θρησκευτικά δόγματα. Κάθε
τι ενέχει αλήθεια προς αποκάλυψη και δεν υπάρχει απόλυτο κακό να αντιπαραταχθεί
μανιχαϊστικά στο καλό και στο άγιο.
Η αλλαγή αυτή αποτελεί κατ’ εξοχήν έργο της
Διαμαρτύρησης, στην οποία αντέδρασε βίαια η Αντιμεταρρύθμιση τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, με έμφαση στο κύρος τών
ιεροπραξιών, τών κανόνων, τών δογμάτων
και τών επιβεβλημένων συμπεριφορών, με παράλληλη την ανάπτυξη και
καλλιέργεια τών ενοχών, προς έλεγχο του ψυχισμού των πιστών, με απώτερο στόχο
την οικονομική εκμετάλλευσή τους. Σε ανάλογο κλίμα κινείται και ο
αντιδιαφωτισμός τού Νικόδημου, προσαρμόζοντας τις επιδράσεις που δέχθηκε από
την Καθολική Εκκλησία, στο έδαφος της Ορθόδοξης Ανατολής. Τα παραπάνω στην καθ’ ημάς αργοκίνητη Ορθόδοξη Ανατολή κωδικοποιούνται
χαρακτηριστικά στην Χρηστοήθεια του Νικοδήμου. (1803). Ορίζεται επί
παραδείγματι (Λόγοι Β΄, Γ΄, Ε΄, ΣΤ΄) ότι οι χριστιανοί δεν πρέπει να παίζουν
όργανα, ούτε να χορεύουν και να τραγουδούν ακόμη και στους γάμους τους, δεν επιτρέπεται να
καλλωπίζονται, να αρωματίζονται ή να μεταχειρίζονται καλλυντικά, να παίζουν
χαρτιά, επιτραπέζια παιχνίδια, ούτε να αθλούνται…
Το σώμα εγκαταλείφτηκε στην μοίρα του –τον
προδιαγεγραμμένο τύπο αισθήματος που χρειάζεται ή δογματοπαγής πίστη στον Θεό.
Η Ορθόδοξη άποψη θέλει να φορώ το σαρκίο
μου αντί να είμαι η σάρκα μου, ταυτίζοντας την τελευταία με το σώμα, για να
αναγάγει αδιακρίτως και τα δύο σε αιτία της ανθρώπινης έκπτωσης. Μάλιστα ο ησυχαστής τής Ανατολής οφείλει να θεωρεί ακόμη
το σώμα του σαν μίασμα, ασχέτως πώς το
αισθάνεται, και το κρύβει ή μάλλον το θάβει στο ράσο. Πολεμώντας το όμως
πολεμά και τα αισθήματα τής συγκίνησης
μαζί με κάθε διάθεση γενναιοδωρίας. Το σώμα έτσι καταντά εκτελεστικό όργανο
μιας εκδικητικής θέλησης, η οποία συνδέεται ανεξαρτήτως πράξης με την
«ελευθερία τού πνεύματος». (Φιλοκαλία
Μάρκος ο ασκητής. Περί τών οιομένων
κφ.16ο και 17ο). Ποιος όμως βασίζεται σε άσαρκες ελπίδες.
Η αγάπη χωρίς σώμα είναι μισή. Το σώμα υπόκειται μεν στο «τώρα» τής
θνητής μοίρας, δεν υποτάσσεται όμως στην αγωνία της. Ο άνθρωπος είναι ριγμένος
στον κόσμο χωρίς ωστόσο να υπάρχει για τον θάνατο. Άλλο είμαι θνητός και άλλο
να έχω σκοπό της ζωής μου τον θάνατο.
Το πνεύμα τής αυτοαπόρριψης υπήρξε καθοριστικό
για την ματαίωση τού Βυζαντινού ουμανισμού και την επικράτηση τής ανατολίτικης
παθητικότητας· όπως η αυτοπεποίθηση
υπήρξε αποφασιστική για την Αναγέννηση και την δημιουργικότητα τού νεώτερου
δυτικού ανθρώπου, που συμφιλιώθηκε πια
με το σώμα του και αντιλαμβάνεται ότι το κακό δεν ταυτίζεται πρωτογενώς με την
παραβίαση ηθικών κανόνων αλλά με
μηδενιστικά αγχώδη· απόρριψη αξιών τής ύπαρξης. Κακό και μάλιστα ριζικό είναι
ό,τι μάς παραδίδει ανυπεράσπιστους στην τυχαιότητα και στις περιστάσεις. Δεν
είναι συμπτωματικό ότι Διαμαρτυρόμενοι και Καθολικοί τού Βορρά μετείχαν και μετέχουν πρωταγωνιστικά στις
αλλαγές τού πνεύματος τής ζωής, με την θέληση είτε με την αντίδρασή τους, με
εμάς να έχουμε την χρήση όλων των δυτικών επιτευγμάτων, χωρίς την ελάχιστη
συμμετοχή, εκστομίζοντας ταυτόχρονα τa
μύρια όσα εναντίον της Δύσης, με
τζιχαντιστικό μένος.
Εκεί που η Ανατολική Εκκλησία υιοθέτησε ένα
είδος απόκοσμης εξωιστορικής σοφίας, Καθολικοί
και Διαμαρτυρόμενοι μετείχαν πρωταγωνιστικά στις αλλαγές τού πνεύματος τής ζωής. Αναγέννηση και
Μεταρρύθμιση έθεταν υπό αμφισβήτηση ό,τι συνιστούσε μέχρι τότε ακλόνητη
βεβαιότητα. Καθώς τα αισθήματα μεταβάλλονταν οι άνθρωποι έτειναν να εκφράσουν
με αγάπη και ειλικρίνεια το νόημα και την αξία τού κόσμου, διψούσαν για γνώση η
οποία θα βοηθούσε το πνεύμα να αναβαπτιστεί στην νηφάλια συνύπαρξη πολλαπλών
δυνατοτήτων και προοπτικών. Αφ’ ης
στιγμής φυσικό και πνευματικό συμφιλιώνεται, ξεπερνιούνται οι φαντασματικές
φοβίες που ο Μεσαίωνας αποκαλούσε
«πειρασμούς». Τα μυώδη σώματα του Μιχαήλ Άγγελου στην Καπέλλα Σιξτίνα
υποστήριζαν εξ ίσου με τις τρυφερές υπάρξεις τού Μποττιτσέλλι πως άλλαζαν τα
πάντα και επιταχύνονταν, οι δε δημιουργοί τους εισέβαλλαν από το μέλλον σαν
ιδρυτές αξιών, τρόπων και προσδοκιών τής νέας εποχής. Η σκέψη πλέον μπορούσε να αναπνέει και ο
άνθρωπος να δημιουργεί χωρίς να υποτάσσει το πνεύμα του στον χρόνο και τον
θάνατο. Όλα πλέον γίνονται υπερκόσμια,
πράγμα που πέρασε στον αναγεννησιακό ρεαλισμό ως βαθύτερο νόημα.
Ποιες εσωτερικές αντιστάσεις απέτρεψαν αυτή
την εξέλιξη στην Ανατολή, ενώ
συντελέστηκε στην χριστιανική Δύση με κοσμοϊστορικές συνέπειες; Γιατί οι Ορθόδοξοι λαοί δεν βρήκαν μέχρι σήμερα τρόπο να συμφιλιωθούν δημιουργικά με την ιστορικότητα τού υποκειμενικού
ανθρώπου; Στις ψυχές τους γιατί κυριαρχούν ομαδικά αρχέτυπα και αποκαλυπτικά
οράματα, που διαμορφώνουν
νοοτροπίες πολωτικές και συμπεριφορές
αντίπαλες προς μια κοινωνικότητα ατομικής έναντι πάντων ευθύνης; Γιατί ο
Έλληνας πιστεύει σε θαυματουργικές φαντασιώσεις, σε άνωθεν επεμβάσεις για την
επίλυση ατομικών, κοινωνικών και εθνικών προβλημάτων;
Τον 10ο αιώνα το Βυζάντιο έκανε ένα
πρώτο βήμα για την διαχείριση τής αρχαίας κληρονομιάς: τα κλασικά κείμενα
συγκεντρώθηκαν και ταξινομήθηκαν, ενώ ταυτόχρονα συντάχθηκαν τα λεξικά εκείνα
που έκαναν ασφαλή την πρόσβαση στο περιεχόμενό τους. Ωστόσο η σπουδή τών κειμένων έγινε υπόθεση
τού 11ου και τού 12ου
αιώνα. Ο Όμηρος, οι τραγικοί, οι ρήτορες, οι φιλόσοφοι, διαβάζονται με
απληστία. Τούς λόγιους προσελκύουν επίσης τα μαθηματικά, η χημεία, η
αστρονομία, αλλά και η γεωγραφία τόσο, ώστε οι περιηγήσεις και τα οδοιπορικά να
εξελιχθούν σε λογοτεχνικό είδος. Στα ενδιαφέροντά τους, επί πλέον εμπίπτει και
η φυσική επιστήμη, είτε πρόκειται για την σπουδή τών ζώων είτε για φυσικά
φαινόμενα, και πολύ περισσότερο η ιατρική, ιδιαίτερα τον 12ο αιώνα.
Ο επαγγελματίας γιατρός στο εξής αποκτά προβάδισμα έναντι του θεραπευτή
τσαρλατάνου καλόγερου, η ανατομία κάνει προόδους και η Μονή Παντοκράτορος στην
Κωνσταντινούπολη διατηρεί νοσοκομειακή πτέρυγα με επιστήμονες γιατρούς, η οποία
κατακλύζεται! και από πολέμιους τής
αναγέννησης κληρικούς και μοναχούς.
Στην ανάγκη για ενεργότερη μορφή γνώσης, τον 11ο αιώνα το
Βυζάντιο ανταποκρίνεται με ανοικτό
πνεύμα και με πρωτοβουλίες θετικές. Ο
αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Μονομάχος
ιδρύει το «Διδασκαλείο τών Νόμων» ως
κρατικό θεσμό, δηλαδή Νομική σχολή ανωτάτου εκπαιδευτικού επιπέδου, ενώ παράλληλα η γενική εκπαίδευση αρχίζει να
βάζει πλάι στην παθητική αποστήθιση τον αφυπνιστικό διάλογο. Στα πλαίσια τής
πνευματικής ανάγκης για διερεύνηση τού κλειστού συμβολικού συστήματος, ο
κλασικός πολιτισμός κλήθηκε να διαδραματίσει
σπουδαίο ρόλο. Η εξοικείωση με
τούς Αρχαίους και δι’ αυτών με την εξωτερική πραγματικότητα έκανε τούς
βυζαντινούς διανοούμενους να αναγνωρίσουν την αξία τής λογικής και να επιχειρήσουν
να την καλλιεργήσουν, δημιουργώντας πράγματα στον παραδοσιακό αποφατισμό της
Εκκλησίας και στην κρατούσα ιδεολογία.
Οι μαθητές τού Ψελλού, κατά μαρτυρία τού ίδιου, όχι μόνο τού
ζητούσαν να τούς διδάξει την επιστήμη σαν τρόπο συμβολής στο κοινό αγαθό, αλλά
επέμεναν και να τούς γνωρίσει «την ιταλικήν σοφίαν». Μπορεί ο ορθολογισμός τών κύκλων αυτών να ήταν «διστακτικός», όμως
αρκούσε για να θέτουν ερωτήματα εκτός τής ιδρυμένης πίστης και τής κρατικής
ιδεολογίας. Τόνιζαν την ισχύ τών φυσικών νόμων, αφήνοντας ελάχιστα
περιθώρια για θαύματα, ενώ πολλοί στήριζαν τις απόψεις τους σε λογικά
συμπεράσματα και όχι σε παραπομπές τών
Γραφών και τών Πατέρων.
Βεβαίως όλα αυτά δεν γίνονται και πολύ
περισσότερο δεν εδραιώνονται εύκολα, μολονότι ανταποκρίνονταν στο λειτουργικό αίτημα να διαμορφωθούν
στελέχη ικανά ώστε να επανδρώσουν την κρατική και την εκκλησιαστή διοίκηση.
Συνέβαιναν σε ένα κλίμα κρυφού ή φανερού ανταγωνισμού μεταξύ διανοουμένων και
πολιτικοθρησκευτικού συστήματος νεωτερικής κινητικότητας και εγγενούς
στασιμότητας την οποία υπέθαλπε ο παραδοσιακός βυζαντινός πολιτισμός. Εξ ου και
πολύ σύντομα με την άνοδο των Κομνηνών
στην εξουσία, οι πρωτοβουλίες τού Κωνσταντίνου υποβαθμίστηκαν, καταργήθηκε η
θέση τού «υπάτου των φιλοσόφων» και
αντικαταστάθηκε με τα εκκλησιαστικά αξιώματα τού «διδασκάλου» τού Ευαγγελίου
τού Αποστόλου και τού Ψαλτηρίου, οι οποίοι υπάγονταν άμεσα στον Πατριάρχη και
ήταν υποχρεωμένοι να τού δίνουν πλήρη αναφορά.
Οι εκπαιδευτικοί θεσμοί ετέθησαν υπό τον έλεγχο τής Εκκλησίας, χωρίς
αυτό να σημαίνει ότι έπαψαν οι ζυμώσεις και οι
προστριβές. Άλλωστε δεν μπορούσε να γίνει κάτι πολύ διαφορετικό, αφού
σκοπός τών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ήταν η προαγωγή της επίσημης ιδεολογίας και
η αναπαραγωγή της κρατικής γραφειοκρατίας, και όχι η επιστήμη. Γι’ αυτό όπως οι
σχολές άνοιγαν κατά το δοκούν, έτσι έκλειναν από την μια μέρα στην άλλη όταν
γίνονταν τόποι οχληρών συζητήσεων. Πώς να συγκριθούν τα αβεβαίου μέλλοντος βυζαντινά εκπαιδευτικά
ιδρύματα με τα ανεξάρτητα και αυτοδιοικούμενα αντίστοιχα ιδρύματα τής Δύσης, τα
πανεπιστήμια π.χ., τής Οξφόρδης ή τής Σορβόννης τού Παρισιού. Και εκεί η
αλήθεια τής Εκκλησίας ήταν μια, όμως τούτο δεν εμπόδιζε την έρευνα. Εξ άλλου
εκεί η εξουσία τής αρχής δεν ήταν απόλυτη·
υπήρχε έννομη τάξη.
Ο
«διστακτικός ορθολογισμός» τών βυζαντινών ουμανιστών ήταν μέρος και προϊόν
τής γενικευμένης αβεβαιότητας που από το
τελευταίο τέταρτο του 12ου αιώνα εμπόδιζε την Αυτοκρατορία να σταθεί στα πόδια της, βυθίζοντάς την σε
ανίατη παρακμή υπό την πίεση τής ιστορίας. Από τότε εξ άλλου έκλινε προς Ανατολάς,
άποψη που δεν άλλαξε ούτε και όταν ο «λαός τής οργής τού Θεού» έφθασε προ τών πυλών τής Κωνσταντινουπόλεως. «κρειττότερόν ἐστιν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ πόλει φακιόλιον
βασιλεῦον Τούρκων ἢ καλύπτραν λατινικήν» (Δούκας XXXVII). Τραγική ειρωνεία:
όταν το τούρκικο σαρίκι μπήκε στην Βασιλεύουσα ο Πορθητής Μωάμεθ, μετά την
τυπική παράδοση τής Πόλης από τον φιλότουρκο Μέγα Δούκα Νοταρά, κάτι σαν Πρωθυπουργό
τής σήμερον, διάταξε και τον εκτέλεσαν μαζί
με τούς δύο γιούς του. Όταν είδαν τα μιλιούνια των εχθρών να διψούν για αίμα
έξω από τα τείχη, συνειδητοποίησαν τι τους περίμενε κι άρχισαν τις προσευχές
και τις δεήσεις. Αποτέλεσμα: ο λαός ατιμάσθηκε, κατασφάχθηκε
και υποδουλώθηκε. Πολιτικά και πολιτιστικά, ο Ελληνισμός θάφτηκε στο σκοτάδι
για πολλούς αιώνες με παράλληλη αρνητική επίδραση στη νοοτροπία και τις
συνήθειές του, μέχρι και σήμερα.
Η
ιστορία μας αιφνιδιάζει μονίμως, σαν να θέλει να μας δείξει ότι όλα είναι
ενδεχόμενα με άπειρες εκδοχές και το μόνο που
χρειάζεται είναι να ξέρουμε τι θέλουμε και αναλόγως να επιλέγουμε. Πολύ
περισσότερο δεν μας διδάσκει τίποτα για το κακό, όσες πληροφορίες και να
διαθέτουμε για λογαριασμό του. Ως εκ τούτου, προσωπικά για την εθνική και
κοινωνική παθογένειά μας δεν κατηγορώ τούς
Τούρκους. Μον’ αγανακτώ και οργίζομαι
όταν αναλογίζομαι με απλούς συλλογισμούς
την τότε αλλά και την τωρινή δική μας, ευθύνη και αβελτηρία.
-Σιχτιρίσαμε ποτέ τον εαυτό μας για το
γεγονός ότι γίναμε άθυρμα στα συμφεροντολάγνα χέρια τού κάθε επαγγελματία
καλοπερασάκια ανόητου και αναλφάβητου ευαγγελικά δεσπότη, παπά ή καλόγερου, που
ζει πλουσιοπάροχα εις βάρος μας και που το λιγότερο όταν
αρρωσταίνει καβαλάει το αεροπλάνο και με χρήματα δικά μας πηγαίνει στο
εξωτερικό για αβέβαιη πολυδάπανη θεραπεία; Αναφέρομαι στον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και πιο πρόσφατα
στον μητροπολίτη Λάρισας. Εξ άλλου είναι
γνωστό ότι αρκετοί δεσποτάδες δεν καταδέχονται την Υγειονομική Περίθαλψη
της Ελλάδος. Εσύ ηλίθιε βλάκα φτωχέ
πιστέ πήγαινε στην Παναγία να σε κάνει
καλά και πολύ σού είναι. Στο
δρόμο μην ξεχάσεις να πάρεις λιβανάκι για το μάτι, για την βασκανία, σταύρωσε
και τα ρούχα σου στην εικόνα και μην σε νοιάζει τίποτα. Εν τω μεταξύ θα δεις
και την Παναγία να κόβει βόλτες στο καμπαναριό. Αν πας δε και με τα γόνατα τότε
ότι Τής ζητήσεις θα το έχεις, φυσικά αν σου διαβάσει ο παπάς με το
αζημίωτο την τέλεια ευχή, για κάθε «νόσο
και κάθε μαλακία».
-Αγανακτήσαμε ποτέ επώνυμα με τον δεσποτικό
σατραπισμό που απαιτεί να μάς πείσει ότι έχει βαρύνουσα άποψη ακόμη και για θέματα ιατρικής, βιολογίας, αξιώνει
γνώμη βαρύνουσα για την τέχνη, την
πολιτική, και θέλει αλλοπρόσαλλα
να χαράσσει την πολιτική του
Κράτους; Μόλις προχθές ανακηρύχθηκαν και διδάκτορες τής Λοιμωξιολογίας! Στην
επί τούτου Σύναξη της Ιεράς Συνόδου, ούτε καν άκουσαν τον λοιμωξιολόγο καθηγητή
πανεπιστημίου, αυτοί τα δικά τους. Μετά από μια μαραθώνια συνεδρίαση, που το
μεγαλύτερο μέρος το αφιέρωσαν στο ερώτημα με ποιο δικαίωμα ο μητροπολίτης Μεσογαίας πήρε πολύ έγκαιρα την σωστή
απόφαση, κατέληξαν σε μια αμφίθυμη, μπαλατζήδικη απόφαση. Φόρεσαν πάνω από την στολή του
Αυτοκράτορα, την τήβεννο του διδάκτορα της Λοιμωξιολογίας και ex cathedra απεφάνθησαν: «Βρε βλάκα Τσιόδρα μάς κάνεις και
τον έξυπνο. Δεν έμαθες ότι ο ιός δεν κυκλοφορεί από τις 7 μέχρι 8 το πρωί; Τότε εμείς θα κάνουμε τις Λειτουργίες
μας…» Έρχεται φυσικό λοιπόν να
αφηνιάζουν σχιζοφρενικά. Σταχυολογώ! ενδεικτικά κάποιες παράπλευρες θέσεις:
«Αλείψτε τα χέρια σας με αγιασμό και μην φοβάστε τίποτα, μην ακούτε κανέναν». «Οὔτε ἡ Θεία Λατρεία, οὔτε ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι ποτέ
δυνατόν νά καταστοῦν πρόξενοι μεταδόσεως νοσημάτων, διότι ἐπενεργεῖ καί ἐπισκιάζει
τούς πιστούς ἡ Θεία Χάρις». «Η Θεία Ευχαριστία είναι θείο πυρ το
κατακαίον το κακό» (Απόδειξη ότι δεν ισχύει το τελευταίο είναι ότι δεν έχει
κάψει κανέναν δεσπότη και παπά). «Δεν πάει άλλο
... Ιερείς ξεσηκωθείτε ... Λαϊκοί αντισταθείτε…» «Η Εκκλησία υπέστη
μπούλινγκ».
«Θέλουν να κάνουν τον κόσμο να μη φιλά ούτε το
χέρι του παπά, ούτε να μπαίνει στην Εκκλησιά». «Λες και τα μυστήρια ξαφνικά δειλιούν και ωχριούν και παύουν μπροστά στον
Κορωναϊό». «Η απαγόρευση της λατρείας έστω και προσωρινά, για
την προστασία της υγείας, παραβιάζει τη θρησκευτική ελευθερία». «Πώς
και γιατί εκδίδονται αυτά τα διατάγματα; Έσκυψε στενόχωρα το κεφάλι μας,
πικράθηκε η καρδιά μας, μαύρισε η ψυχή μας…». «Πολιτεία που απαγορεύει την
έκφραση της πίστης δεν είναι δημοκρατική πολιτεία όπου υπάρχει διάκριση ανάμεσα
στις αρμοδιότητες της Πολιτείας και της Εκκλησίας». «Πολιτικός ηγέτης που το κάνει
αυτό δεν είναι ηγέτης. Δικτάτωρ είναι». « Όχι στην αποτέφρωση». Η δε στάση τους απέναντι στο μεταναστευτικό
πρόβλημα, είναι αντιγραφή των θέσεων ακροδεξιών κομμάτων. Αυτοί είναι οι
πτωχαλαζονικοί επίσκοποι, δεσποτάδες όπως αρέσκονται να αυτοαποκαλούνται, τής
Ελληνικής κοινωνίας. Η αδυναμία τους να
υπερβούν την αντίθεση κοινωνίας και
κράτους δείχνει ένα κρίσιμο πολιτισμικό έλλειμμα. Όσο διεκδικούμε την ενότητα και την ταυτότητά
μας, οι Ορθόδοξοι λαοί, στην κοινότητα τών ομοίων εις βάρος τής αυτοσυνείδητης φυσικής μας
ύπαρξης, θα φουντώνει η καταθλιπτική
εκείνη παθητικότητα που μάς γονατίζει διαχρονικά.
-Μεμφθήκαμε
ποτέ τον εαυτό μας για την εμμονή μας, αιώνες τώρα, στις πιστές αντιγραφές
ο,τιδήποτε Βυζαντινού; Βυζαντινή μουσική, αρχιτεκτονική, σημαία, αγιογραφία,
αυτοκρατορική ένδυση τών δεσποτάδων… Το λέει αυτό ένας που θαυμάζει το Βυζάντιο
και αναγνωρίζει την μακραίωνη προσφορά του, όπως ευγνωμονεί τις θυσίες τών αγωνιστών της πίστεως και τής Πατρίδος
αλλά δεν φοράει φουστανέλα.
-Ελεεινολογήσαμε
ποτέ τον εαυτό μας ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί για τον φανατισμό μας, εναντίον «τών
αιρετικών δυτικών»; Πιο εύκολα επισκέπτεται Πάπας την Σαουδική Αραβία παρά την
Ελλάδα. Ποιοι μάς ποτίζουν με τόσο μίσος εναντίον τους; Μα φυσικά το ορθόδοξο
μισθοφορικό ράσο. Κατά τα άλλα απολαμβάνουμε καθ’ όλα τα αγαθά τής Δύσης. Καρποί της αδέσμευτης προκομμένης σκέψης τού
ελεύθερου Προτεστάντη και Καθολικού
είναι τα τηλέφωνα, τα αεροπλάνα, τα αυτοκίνητα, οι υπολογιστές, η Δημοκρατία, η
Τέχνη και γενικά ό,τι χαρακτηρίζει τον σύγχρονο Πολιτισμό.
Και ορισμένες
αλήθειες που είτε δεν είναι γνωστές, είτε αποκρύβονται επιμελώς κάποιες
διαστάσεις τους, από τους πνευματικούς διδασκάλους μας, τρομάρα μας:
-Δεν υπάρχει μεταδοτική νόσος που υπολογίζει
θρησκευτικούς χώρους, περιοχές ή εκκλησιαστικές πρακτικές. Ναι, όντως χριστιανοί κατά το παρελθόν αψήφησαν συνειδητά μεταδοτικές νόσους υπηρετώντας τον άρρωστο
πλησίον τους αλλά γνώριζαν ότι θα
κολλήσουν και θα πεθάνουν, όπως και γινόταν, θυσιαζόμενοι αγαπητικά για τον πλησίον.
- Στο εξωτερικό έχει
εφαρμοστεί πλέον σε Ορθόδοξους Ναούς η Θεία Κοινωνία να μεταδίδεται, με τον
γνωστό τρόπο αλλά ελαφρά διαφοροποιημένος. Ο μεταλαμβάνων ανοίγει το στόμα του, ο ιερέας εναποθέτει την Μεταλαβιά αλλά ο πιστός δεν κλείνει το στόμα, η λαβίδα δεν
ακουμπά καν το στόμα τού πιστού. Δεν νομίζω ότι αυτή η πρακτική είναι δηλωτική
τής απιστίας αυτών τών ανθρώπων. Όποιος αμφιβάλλει ας μάθει πώς γινόταν η
μετάδοση της Θείας Ευχαριστίας στην Σπιναλόγκα, τι μήκος είχε η θεια λαβίδα και
άλλα πολλά. Για όποιον όμως εξακολουθεί να αμφισβητεί τα λεγόμενά μου, ας ανατρέξει στο περίφημο Πηδάλιο τής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο άγιος Νικόδημος ερμηνεύοντας τον 28ο
Κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής προτρέπει τους ιερείς και τους Αρχιερείς. να
μεταλαμβάνουν τους ασθενείς που έπασχαν από πανώλη, από ξεχωριστό Άγιο Ποτήριο. Το σκεύος αυτό, μετά τη χρήση του συν την
λαβίδα, πρέπει να πλένεται με ξύδι, το οποίο εν συνεχεία θα ρίχνεται στο
χωνευτήρι του ναού. Με άλλα λόγια οι ασθενείς από την μεταδοτική πανώλη δεν
κοινωνούν από το κοινό άγιο ποτήριο, αλλά σε ξέχωρο σκεύος, στο οποίο δεν
γίνεται κατάλυση από τον ιερέα και απλώς πλένεται με ξύδι. Ξεκάθαρα, όχι με μισόλογα. και απλά προτείνει απολυμαντικά μέτρα υγιεινής των
ιερών σκευών. Ξύδι τότε σύγχρονα απολυμαντικά προϊόντα σήμερα. Άραγε γιατί αυτή
η πρακτική; Δεν είναι προληπτική και αποτρεπτική μετάδοσης ασθενειών; Η πρακτική
αυτή δεν είναι ερανισμένη από την
εκκλησιαστική παράδοση; Ο κληρικός οφείλει να σέβεται την επιστημονική άποψη,
κρατώντας ταυτόχρονα αποφασιστική απόσταση από παρερμηνείες, φλυαρίες και
περιπλοκότητα.
« Οι
εξελίξεις των ημερών μας ενθαρρύνουν
την απαίτηση μιας αμεσότερης σχέσης με
τον κόσμο και μια διαφορετική αντίληψη για τον νου, η οποία προκρίνει την ορθή
χρήση τού λόγου και βρίσκει γενέθλιο προηγούμενο στη κλασσική αρχαιότητα. Αν
ενδιαφέρει να περιλάβουμε στην σχέση μας
με τον Θεό και την φυσική μας υπόσταση, οφείλουμε να αναλάβουμε συνολικά την
ευθύνη τού είναι στην προοπτική τού επέκεινα. Αλλιώς θα εξακολουθούμε να
βυθιζόμαστε αθεράπευτα στις χίμαιρες της «αποκλειστικής» μας αλήθειας και τού
μονοπωλίου τής θειας Χάριτος».